χυτρισμός
From LSJ
Kατεσκευάσθη τὸ ἱερὸν τοῦτο ποτήριον ... ἐν ἔτει ,αω'α' → Τhis holy cup was made ... in the year 1801
English (LSJ)
ὁ, exposure of a child in a pot, Hsch.
German (Pape)
[Seite 1385] ὁ, das Aussetzen eines Kindes in einem Topfe, Hesych.
Greek (Liddell-Scott)
χυτρισμός: ὁ, «ἡ τῶν βρεφῶν ἐν ταῖς χύτραις ἔκθεσις» Ἡσύχ.
Greek Monolingual
ὁ, Α χυτρίζω
εγκατάλειψη βρέφους μέσα σε χύτρα.