ἀναζωγράφησις
English (LSJ)
-εως, ἡ, representation, picture, Chrysipp.Stoic.2.9, Posidon. ap. Gal.5.474.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
imagen o representación mental Chrysipp.Stoic.2.9, Posidon. en Gal.5.474, Alex.Aphr.de An.69.25, 70.18, Basil.M.29.524.
German (Pape)
[Seite 187] ἡ, das Aufmalen, bei Diog. L. 7, 201.
Greek (Liddell-Scott)
ἀναζωγράφησις: ἡ, ἀναπαράστασις, Χρύσιππ. παρὰ Διογ. Λ. 7. 201. -«αἱ μοχθηραὶ φαντασίαι κατ’ ἀναζωγράφησιν ἐναποτυπούμεναι τῇ ψυχῇ» Βασίλ. τόμ. 2. σ. 13Β, τόμ. 1. σ. 880Β.
Russian (Dvoretsky)
ἀναζωγράφησις: εως ἡ живопись Diog. L.