ἀποκαταστατικός
English (LSJ)
ἀποκαταστατική, ἀποκαταστατικόν,
A bringing back to a point, σελήνης Ph.1.24; χρόνος Gem.18.17; μοῖρα Vett. Val.213.27; ἀποκαταστατικοὶ ἀριθμοί recurrent, in which the last digit is id. 'ical in all powers, Nicom.Ar.2.17; πᾶσα περίοδος τῶν ἀϊδίων ἀποκαταστατική Procl.Inst.199; ἀποκαταστατικὸς βίος Herm. in Phdr.p.152A.; ἀποκαταστατικὴ διάλαμψις, of star positions at the nativity of the terrestrial universe, Paul.Al.T.1.
II for restitution, POxy.144.9 (vi A.D.).
Spanish (DGE)
-ή, -όν
I 1que vuelve al estado primitivo, βίος Herm.in Phdr.152, πᾶσα γὰρ περίοδος τῶν ἀϊδίων ἀποκαταστατική ἐστιν del alma intramundana, Procl.Inst.199
•restaurador σοφία Clem.Al.Strom.2.8.36.
2 que sirve de restitución de moneda POxy.144.9 (VI d.C.).
3 de números recurrente Nicom.Ar.2.17.7, Eus.LC 6 (p.210.32).
II astr. propio de la ἀποκατάστασις o vuelta al punto primitivo después de la revolución anomalística de la luna χρόνος Gem.18.17, cf. Ph.1.24
•de los signos del zodíaco πότε ὁ Ἥλιος καὶ ποίᾳ ὥρᾳ ἔλθῃ ἐπὶ τὴν ἀποκαταστατικὴν μοῖραν Vett.Val.213.27, ἐννεακαιδεκαετηρίδα ... ἀποκαταστικὴν τοῦ ἡλίου Ach.Tat.Fr.p.81
•ref. al punto de partida en el nacimiento del Universo διάλαμψις Paul.Al.98.8.
German (Pape)
[Seite 306] wiederherstellend, Synes.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποκαταστᾰτικός: -ή, -όν, ὁ ἐπιστρέφων ἢ ἐκ διαδοχῆς συμβαίνων ἢ ἐπανερχόμενος ἐντὸς κύκλου ἢ τροχιᾶς, Φίλων 1. 24· ἀπ. ἀριθμοὶ Νικομ. Ἀριθμ. σ. 131.
Greek Monolingual
-ή, -ό (Α ἀποκαταστατικός, -ή, -όν)
1. ο σχετικός με την αποκατάσταση
2. αστρον. αυτός που επανεμφανίζεται περιοδικά στον ουρανό.