ἀσπάραγος

From LSJ

διαφέρει δὲ ἡ κωμῳδία τῆς τραγῳδίας, ὅτι ἡ μὲν κωμῳδία ἀπὸ γέλωτος εἰς γέλωτα καταλήγει, ἡ δὲ τραγῳδία ἀπὸ θρήνου εἰς θρῆνον → comedy is different from tragedy, because comedy tapers off from laughter into laughter, but tragedy from lament into lament

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀσπάραγος Medium diacritics: ἀσπάραγος Low diacritics: ασπάραγος Capitals: ΑΣΠΑΡΑΓΟΣ
Transliteration A: aspáragos Transliteration B: asparagos Transliteration C: asparagos Beta Code: a)spa/ragos

English (LSJ)

v. ἀσφάραγος.

Spanish (DGE)

v. 2 ἀσφάραγος.

German (Pape)

[Seite 373] ὁ, Plut. Caes. 17 u. sonst, att. ἀσφάραγος, Spargel, Theophr. Übh. der erste Pflanzenkeim, che die Blätter sich entwickeln, Galen., vgl. Lob. Phryn. 110.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
att. ἀσφάραγος;
asperge, plante.
Étymologie: ἀ- prosth., σπαργάω.

Greek Monolingual

ο (Α ἀσπάραγος και ἀσφάραγος)
το σπαράγγι, αγγειόσπερμο, μονοκότυλο φυτό, με βλαστούς διακλαδιζόμενους, όρθιους ή αναρριχώμενους.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. ασφάραγος].

Russian (Dvoretsky)

ἀσπάρᾰγος: атт. ἀσφάρᾰγος (ᾰρ) ὁ
1 спаржа Plut.;
2 росток, побег Anth.

Frisk Etymological English

See also: ἀσφάραγος

Frisk Etymology German

ἀσπάραγος: {aspáragos}
See also: s. ἀσφάραγος.
Page 1,168