ἄκναμπτος

From LSJ

ἀκμὴ οὐδὲ ἔχει γενέσεως ὑπόστασιν καθ' ἑαυτήν → the culmination has no power of originating by itself

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἄκναμπτος Medium diacritics: ἄκναμπτος Low diacritics: άκναμπτος Capitals: ΑΚΝΑΜΠΤΟΣ
Transliteration A: áknamptos Transliteration B: aknamptos Transliteration C: aknamptos Beta Code: a)/knamptos

English (LSJ)

ἄκναπτος, ἄκναφος, = ἄγναμπτος.

Spanish (DGE)

v. ἄγναμπτος.

Greek (Liddell-Scott)

ἄκναμπτος: ἄκναπτος, ἄκνᾰφος = ἄγναμπτος, ἄγναπ., κτλ.

English (Slater)

ᾰκναμπτος, -ον inflexible, unflinching βουλαῖς ἀκνάμπτοις (v.l. ἀκάμποις: ἀκάμπτοις coni. Hermann.) (P. 4.72) ἄκναμπτον Ἥρᾳ μένος ἀντερείδων (sc. Ἀπόλλων) Πα. . . ]ἀκνάμπτο[ Δ. 4a. 5.

Greek Monotonic

ἄκναμπτος: ἄκναπτος, ἄκνᾰφος, = ἄγναμπτος κ.λπ.

German (Pape)

härtere Form für ἄγναμπτος.