ἄλεξις

From LSJ

Γυναικὸς ἐσθλῆς ἐστι σῴζειν οἰκίαν → Salvam domum praestare matrona est probae → Die brave Frau erhält, wie's ihre Pflicht, das Haus

Menander, Monostichoi, 84
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἄλεξις Medium diacritics: ἄλεξις Low diacritics: άλεξις Capitals: ΑΛΕΞΙΣ
Transliteration A: álexis Transliteration B: alexis Transliteration C: aleksis Beta Code: a)/lecis

English (LSJ)

-εως, ἡ, help, EM 59.23. Κῷοι ἄλεξιν τὸν Ἡρακλέα νομίζουσιν Aristid. 1.34J.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
ayuda, protección θεῖα ἄ. Hatsh.126.9 (I/II d.C.?), cf. EMα 791
como epíclesis de héroes Κῷοι ... Ἄλεξιν τὸν Ἡρακλέα νομίζουσιν Aristid.Or.40.15.

German (Pape)

[Seite 93] ἡ, Schutz, Hülfe, Aristid.

Greek (Liddell-Scott)

ἄλεξις: -εως, ἡ, βοήθεια, Ἐτυμ. Μ. 59, 22. ΙΙ. Κῶοι δέ... καὶ ἄλεξιν τὸν Ἡρακλέα νομίζουσιν, Ἀριστείδ. τόμ. 1, σ. 60, ἔκδ. Γ. Δινδορφίου.

Greek Monolingual

ἄλεξις, η (Α) ἀλέξω
1. επικουρία, βοήθεια
2. ως επίθετο του Ηρακλή («Κῷοι ἄλεξιν τὸν Ἡρακλέα νομίζουσιν», Αριστείδ.).