ayuda
From LSJ
μηδέν' ὀλβίζειν, πρὶν ἂν τέρμα τοῦ βίου περάσῃ μηδὲν ἀλγεινὸν παθών → Count no man blessed 'til he's passed the endpoint of his life without grievous suffering. (Sophocles, King Oedipus 1529f.)
Spanish > Greek
ἀλέξημα, ἄλεξις, ἀλκή, ἀνάληψις, ἀντέπαλξις, ἀντίληψις, ἀρηγοσύνη, ἄρηξις, ἄρκεσις, ἄρκεσμα, ἄρκιον, ἄρος, ἀρωγή, βοάθεια, βοάθοια, βοή, βοήθεια, βοηθείη, βοήθημα, βοήθησις, βοηθός, διακονία, ἕλξις, ἐπάρκεσις, ἐπικουρία, ἐπωφέλημα, προσωφέλημα, προσωφέλησις, τιμωρία, ὠφέλεια, ὠφέλησις