ἐνολισθάνω Search Google

From LSJ

μακάριοι οὓς ἐξελέξω καὶ προσελάβου → blessed are those that you have chosen and taken

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐνολισθάνω Medium diacritics: ἐνολισθάνω Low diacritics: ενολισθάνω Capitals: ΕΝΟΛΙΣΘΑΝΩ
Transliteration A: enolisthánō Transliteration B: enolisthanō Transliteration C: enolisthano Beta Code: e)nolisqa/nw

English (LSJ)

later ἐνοινοαίνω, aor. 2 ἐνώλισθον, fall in, of the ground, χάσμασι πολλοῖς Plu.Cim.16; slip and fall, of birds, Id.Pomp.25.

Greek (Liddell-Scott)

ἐνολισθάνω: καὶ μεταγεν. -αίνω, ὀλισθαίνω ἔν τινι, βυθίζομαι, ἡ δὲ χώρα... χάσμασιν ἐνώλισθε πολλοῖς Πλουτ. Κίμ. 16˙ ὀλισθαίνω ἔν τινι καὶ πίπτω, ὁ αὐτ. Πομπ. 25.

Greek Monotonic

ἐνολισθάνω: ή -αίνω, μέλ. -ολισθήσω, αόρ. βʹ -ώλισθον, καταρρέω, υποχωρώ, λέγεται για το έδαφος, σε Πλούτ.· γλιστρώ και πέφτω, στον ίδ.

Middle Liddell

or -αίνω fut. -ολισθήσω aor2 -ώλισθον
to fall in, of the ground, Plut.: to slip and fall, Plut.