ἡγητέον

From LSJ

Καὶ ζῶνφαῦλος καὶ θανὼν κολάζεται → Vivisque mortuisque poena instat malis → Der Schlechte wird im Leben und im Tod bestraft

Menander, Monostichoi, 294
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἡγητέον Medium diacritics: ἡγητέον Low diacritics: ηγητέον Capitals: ΗΓΗΤΕΟΝ
Transliteration A: hēgētéon Transliteration B: hēgēteon Transliteration C: igiteon Beta Code: h(ghte/on

English (LSJ)

A one must lead, X.HG4.7.2, Eq.Mag.4.3.
II one must hold, consider, Pl.R. 361a, Plb.1.35.9, Hierocl.p.63A., etc.

French (Bailly abrégé)

adj. verb. de ἡγέομαι.

Russian (Dvoretsky)

ἡγητέον: adj. verb. к ἡγέομαι.

Greek (Liddell-Scott)

ἡγητέον: ῥημ. ἐπίθ. τοῦ ἡγέομαι, πρέπει τις νὰ ὁδηγήσῃ, Ξεν. Ἑλλ. 4. 7, 2, Ἱππαρχ. 4, 3. ΙΙ. πρέπει τις νὰ ὑποθέσῃ, Πλάτ. Πολ. 361Α.

Greek Monotonic

ἡγητέον: ρημ. επίθ. του ἡγέομαι,
I. αυτό που πρέπει να προηγείται, σε Ξεν.
II. αυτό που πρέπει να υποθέσει κάποιος, σε Πλάτ.

Middle Liddell

ἡγητέος, ον verb. adj. of ἡγέομαι,]
I. one must lead, Xen.
II. one must suppose, Plat.