ἰασπίζω
From LSJ
Ὦ ξεῖν’, ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ὅτι τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων ῥήμασι πειθόμενοι. → Go tell the Spartans, stranger passing by, that here, obedient to their laws, we lie.
English (LSJ)
to be like a jasper, Dsc.5.136.
German (Pape)
[Seite 1234] jaspisartig sein, von der Farbe des Jaspis, neben ὑπόχλωρος Diosc.
Greek (Liddell-Scott)
ἰασπίζω: μέλλ. ίσω, εἶμαι ὅμοιος ἰάσπιδι, Διοσκ. 5. 154.