ἱππημολγοί

From LSJ

Εὐκαταφρόνητός ἐστι σιγηρὸς τρόπος → A way of life disposed to silence is contemptible → Taciturna facile ingenia contemni solent → Gemein ist ein Charakter, über den man schweigt

Menander, Monostichoi, 167
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἱππημολγοί Medium diacritics: ἱππημολγοί Low diacritics: ιππημολγοί Capitals: ΙΠΠΗΜΟΛΓΟΙ
Transliteration A: hippēmolgoí Transliteration B: hippēmolgoi Transliteration C: ippimolgoi Beta Code: i(pphmolgoi/

English (LSJ)

οι, (ἀμέλγω) the Mare-milkers, a Scythian or Tartar tribe, Il.13.5, cf. Str. 7.3.2; Σκύθαι ἱ. Hes.Cat.Oxy.1358Fr.2.15; ἱ. Κιμμέριοι Call.Dian.252.

Greek (Liddell-Scott)

ἱππημολγοί: οἱ, (ἀμέλγω) οἱ ἀμέλγοντες τὰς θηλείας ἵππους, τὰς φοράδας, Σκυθικὴ ἢ Ταρταρικὴ φυλή, Ἰλ. Ν. 5, πρβλ. Στράβ. 296 κἑξ.· καλούμενοι παρ’ Ἡσ., Ἀποσπ. 122 Göttl., Ἱππ. Σκύθαι· παρὰ δὲ Καλλ. ἐν Ὕμνῳ εἰς Ἥραν 252, Ἱππ. Κιμμέριοι, πρβλ. Ἡσύχ.

Greek Monotonic

ἱππημολγοί: οἱ (ἀμέλγω), αυτοί που αρμέγουν τα θηλυκά άλογα, τις φοράδες, Σκυθική ή Ταρταρική φυλή, σε Ομήρ. Ιλ.

Middle Liddell

ἀμέλγω
the mare-milkers, a Scythian or Tartar tribe, Il.