ὑποκρατήριον
Οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → Neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these
English (LSJ)
Ion. ὑποκρητήριον, τό, stand of a κρατήρ, κρητὴρ καὶ ὑποκρητήριον SIG2 (Sigeum, vi B. C.: = κρατῆρα κἀπίστατον in the Attic version), cf. 1121 (Naucratis); so βάθρον ὑποκρατήριον IG4.39.11 (Aegina):—also ὑποκρατηρίδιον, Ion. ὑποκρητηρίδιον, τό, Hdt.1.25, Philostr. VA6.11.
German (Pape)
[Seite 1221] τό, = ὑποκρητήριον, Euseb.
Greek (Liddell-Scott)
ὑποκρᾱτήριον: Ἰων. ὑποκρητ-, τό, ἡ βάσις ἐφ’ ἧς τίθεται ὁ κρατήρ, κρητὴρ καὶ ὑπ. Συλλ. Ἐπιγρ. 8· οὕτω, βάθρον ὑπ. αὐτόθι 2139. 11· ― ὡσαύτως, ὑποκρᾱτηρίδιον, Ἰων. ὑποκρητ-, τό, Ἡρόδ. 1. 25, Φιλόστρ. 247· ― πρβλ. ὑποστάτης.
Greek Monolingual
και ιων. τ. ὑποκρητήριον, τὸ, Α
ὑποκρατηρίδιον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + κρατήρ/κρητήρ.