Μεγάλη τυραννὶς ἀνδρὶ πλουσία (τέκνα καὶ) γυνή → Duxisse ditem, servitus magna est viro → Gar sehr tyrannisiert die reiche Frau den Mann
P. and V. φροντίς, ἡ, P. ἀγωνία, ἡ, Ar. and V. μέριμνα, ἡ, V. σύννοια, ἡ, μέλημα, τό; see fear, care.
eagerness: P. and V. προθυμία, ἡ, σπουδή, ἡ.
anxieties: V. τὰ δύσφορα; see troubles.
perturbation: V. τάραγμα, τό, ταραγμός, ὁ.