curious
From LSJ
Τα βιβλία τα παρά των ξένων επαίδευε τους εν τη αγορά ανθρώπους, τους Ομήρου φίλους → The others' books educated the people in the marketplace, the friends of Homer.
English > Greek (Woodhouse)
adjective
inquisitive: V. λίχνος (Euripides. Hippolytus 913).
eager for knowledge: P. φιλομαθής.
meddlesome: Ar. and P. πολυπράγμων, P. περίεργος, φιλοπράγμων.
strange: P. and V. θαυμαστός, δεινός, νέος, καινός, ἄτοπος (Euripides, Fragment), Ar. and P. θαυμάσιος, ὑπερφυής.