εὐτενής

From LSJ

ῥᾴδιον φθείρειν φαρμακεύσεσιν ἢ ἀποτροπαῖς ἢ καὶ κλοπαῖς → easy to spoil by means of sorcery or diverting or theft

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὐτενής Medium diacritics: εὐτενής Low diacritics: ευτενής Capitals: ΕΥΤΕΝΗΣ
Transliteration A: eutenḗs Transliteration B: eutenēs Transliteration C: eftenis Beta Code: eu)tenh/s

English (LSJ)

εὐτενές,
A = εὔτονος, cj. for εὐγενής in Thphr. HP 5.1.7 and Plu. Fr.12.2.
II of stones, squared, IG22.1666A29, al., 7.4255.20.

Greek Monolingual

εὐτενής, -ές (Α)
1. εύτονος (πιθ. αντί του εὐγενής στον Θεόφρ.)
2. (για πέτρες) επιγρ. τετραγωνισμένος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + -τενής (< τένος < τείνω), πρβλ. εκτενής, ευθυτενής].