μητρανοίκτης

From LSJ

λόγος γέ τοί τις ἔστι τῶν γεραιτέρων, ὅσ' ἂν ἀνόητ' ἢ µῶρα βουλευσώµεθα, ἅπαντ' ἐπὶ τὸ βέλτιον ἡµῖν ξυµφέρειν → there is in fact a saying among the elders, that whatever thoughtless, stupid decisions we make, they all turn out for the best for us

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μητρανοίκτης Medium diacritics: μητρανοίκτης Low diacritics: μητρανοίκτης Capitals: ΜΗΤΡΑΝΟΙΚΤΗΣ
Transliteration A: mētranoíktēs Transliteration B: mētranoiktēs Transliteration C: mitranoiktis Beta Code: mhtranoi/kths

English (LSJ)

μητρανοίκτου, ὁ, instrument for opening the womb, Hermes 38.282.

Greek (Liddell-Scott)

μητρανοίκτης: ὁ, ἐργαλεῖον χειρουργικὸν πρὸς ἄνοιξιν τῆς μήτρας, Ἰατρ.

Greek Monolingual

μητρανοίκτης, ὁ (Α)
χειρουργικό εργαλείο το οποίο χρησιμοποιούνταν για τη διάνοιξη της μήτρας.
[ΕΤΥΜΟΛ. μήτρα (Ι) + -ανοίκτης (< ανοίγω), πρβλ. θηρανοίκτης].