περιτροχάω

From LSJ

ἐν τῷ ῥά σφι κύκησε γυνὴ εἰκυῖα θεῆισιν οἴνῳ Πραμνείῳ, ἐπὶ δ' αἴγειον κνῆ τυρόν κνήστι χαλκείῃ, ἐπὶ δ' ἄλφιτα λευκὰ πάλυνε. → In it the woman, like the goddesses, mixed Pramnian wine for them, and over it she grated goat cheese with a bronze grater, and sprinkled white barley on it.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιτροχάω Medium diacritics: περιτροχάω Low diacritics: περιτροχάω Capitals: ΠΕΡΙΤΡΟΧΑΩ
Transliteration A: peritrocháō Transliteration B: peritrochaō Transliteration C: peritrochao Beta Code: peritroxa/w

English (LSJ)

= περιτρέχω, AP7.338: c.acc., πολέες σε περιτροχόωσιν ἀοιδαί Call.Del.28:—Med., Arat.815.

German (Pape)

[Seite 597] Nebenform von περιτρέχω, rings herumlaufen, c. acc., daher umschwärmen, schaarenweis umgeben, Ep. ad. 666 (VII, 338); Callim. Del. 38; auch med., Arat. 815.

Russian (Dvoretsky)

περιτροχάω: бегать вокруг (θῆρες περιτροχάουσι Anth.).

Greek (Liddell-Scott)

περιτροχάω: παράλληλος τύπος τοῦ περιτρέχω, Ἀνθ. Π. 7. 338· μετ’ αἰτ., πολέες σε περιτροχόωσιν ἀοιδαὶ Καλλ. εἰς Δῆλ. 28· ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ, Ἄρατ. 815.

Greek Monotonic

περιτροχάω: ισοδύν. τύπος του περιτρέχω, σε Ανθ.

Middle Liddell

[collat. form of περιτρέχω, Anth.]