πολυθαμβής

From LSJ

κάμψαι διαύλου θάτερον κῶλον πάλινbend back along the second turn of the race, turning the bend and coming back for the second leg of the double run, run the homeward course, retrace one's steps

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολυθαμβής Medium diacritics: πολυθαμβής Low diacritics: πολυθαμβής Capitals: ΠΟΛΥΘΑΜΒΗΣ
Transliteration A: polythambḗs Transliteration B: polythambēs Transliteration C: polythamvis Beta Code: poluqambh/s

English (LSJ)

πολυθαμβές, much frighted or astonished, ib.418, al.

German (Pape)

[Seite 663] ές, sehr erschrocken, Nonn. D. 14, 513.

Greek (Liddell-Scott)

πολῠθαμβής: -ές, ὁ κατάπληκτος ἐκ πολλοῦ θάμβους, Νόνν. Δ. 14, 418. κτλ.

Greek Monolingual

-ές, ΜΑ
πολύ έκθαμβος, πολύ κατάπληκτος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ + -θαμβής (< θάμβος, το «κατάπληξη»), πρβλ. μεγαθαμβής].