στάχι
From LSJ
μακάριοι οὓς ἐξελέξω καὶ προσελάβου → blessed are those that you have chosen and taken
English (LSJ)
τό, a sort of vermilion, Theodos.Can.p.343H.
French (Bailly abrégé)
(τό) :
espèce de vermillon.
Étymologie: DELG -.
Greek (Liddell-Scott)
στάχι: -ιος, τό, εἶδος μίλτου, Χοιροβ. 1. 373.