жесткий
From LSJ
ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω → no one ignorant of geometry may enter, let no one ignorant of geometry enter, let no one ignorant of geometry come in
Russian > Greek
ἀτέραμνος, περισκελής, ἄσαντος, σκληρόφθαλμος, σύμπυκνος, κακόστρωτος, ξυλώδης, ἱμαντώδης, ψαφαρός, στριφνός, στερεός, σκιρός, στερέμνιος, στερρός, δυστηκτος, τραχύς, τρηχύς, ἀντίτυπος