ἀναπορεύομαι

From LSJ

Οὐ χρὴ φέρειν τὰ πρόσθεν ἐν μνήμῃ κακά → Mala pristina haud oportet ferre in memoria → Du darfst nicht im Gedächtnis tragen früheres Leid

Menander, Monostichoi, 435
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀναπορεύομαι Medium diacritics: ἀναπορεύομαι Low diacritics: αναπορεύομαι Capitals: ΑΝΑΠΟΡΕΥΟΜΑΙ
Transliteration A: anaporeúomai Transliteration B: anaporeuomai Transliteration C: anaporeyomai Beta Code: a)naporeu/omai

English (LSJ)

proceed up-stream, D.C.75.9.

Spanish (DGE)

1 ir río arriba πεζῇ ... ἐκ τῆς πόλεως PTeb.5.28 (II a.C.), ἐπὶ πλοίων D.C.75.9.5.
2 salir hacia arriba prob. del pus al apretar la carne πολλὴ ἀκαθαρσία ἀναπορεύεται καὶ λεύκη glos. a ψόμμος ... ὀ{ν}στείχει Alc.306.1.2.3.

German (Pape)

[Seite 203] dep pass., hinaufmarschiren.

Greek (Liddell-Scott)

ἀναπορεύομαι: ἀποθ., πορεύομαι πρὸς τὰ ἄνω ἢ πρὸς τὰ ἐμπρός, «καὶ οἱ μὲν αὐτῷ τῶν στρατιωτῶν πεζῇ ἄνω παρὰ τὸν Τίγριν, οἱ δὲ καὶ ἐπὶ πλοίων ἀνεπορεύθησαν» Δίων Κ. 75. 9.

Greek Monolingual

ἀναπορεύομαι (Α) πορεύομαι
προχωρώ προς τα επάνω ή προς τα εμπρός.