ἀναπορεύομαι

From LSJ

Τὸ μανθάνειν δ' ἥδιστον εὖ λέγοντος, εἰ κέρδος λέγοι → It is the sweetest thing to learn from one speaking well, if they speak profitably

Sophocles, Antigone, 1031-2
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀναπορεύομαι Medium diacritics: ἀναπορεύομαι Low diacritics: αναπορεύομαι Capitals: ΑΝΑΠΟΡΕΥΟΜΑΙ
Transliteration A: anaporeúomai Transliteration B: anaporeuomai Transliteration C: anaporeyomai Beta Code: a)naporeu/omai

English (LSJ)

proceed up-stream, D.C.75.9.

Spanish (DGE)

1 ir río arriba πεζῇ ... ἐκ τῆς πόλεως PTeb.5.28 (II a.C.), ἐπὶ πλοίων D.C.75.9.5.
2 salir hacia arriba prob. del pus al apretar la carne πολλὴ ἀκαθαρσία ἀναπορεύεται καὶ λεύκη glos. a ψόμμος ... ὀ{ν}στείχει Alc.306.1.2.3.

German (Pape)

[Seite 203] dep pass., hinaufmarschiren.

Greek (Liddell-Scott)

ἀναπορεύομαι: ἀποθ., πορεύομαι πρὸς τὰ ἄνω ἢ πρὸς τὰ ἐμπρός, «καὶ οἱ μὲν αὐτῷ τῶν στρατιωτῶν πεζῇ ἄνω παρὰ τὸν Τίγριν, οἱ δὲ καὶ ἐπὶ πλοίων ἀνεπορεύθησαν» Δίων Κ. 75. 9.

Greek Monolingual

ἀναπορεύομαι (Α) πορεύομαι
προχωρώ προς τα επάνω ή προς τα εμπρός.