ἴωξις

From LSJ

Θησαυρός ἐστι τῶν κακῶν κακὴ γυνή → Ingens mali thesaurus est mulier mala → Ein Schatz an allem Schlechten ist ein schlechtes Weib

Menander, Monostichoi, 233
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἴωξις Medium diacritics: ἴωξις Low diacritics: ίωξις Capitals: ΙΩΞΙΣ
Transliteration A: íōxis Transliteration B: iōxis Transliteration C: ioksis Beta Code: i)/wcis

English (LSJ)

-εως, ἡ, = ἰωκή, Hsch., EM 481.30, Suid.

German (Pape)

[Seite 1278] ἡ, = δίωξις, VLL. Vgl. ἰωκή.

Greek Monolingual

ἴωξις, ἡ (Α)
ιωκή, επίθεση, καταδίωξη στη μάχη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παλίωξις, με εσφαλμένο χωρισμό τών συστατικών της λέξης].