ἀποταγή: Difference between revisions

From LSJ

θαρσεῖν χρὴ φίλε Βάττε: τάχ' αὔριον ἔσσετ' ἄμεινον → you need to be brave, dear Battus; perhaps tomorrow will be better | Take heart, dear Battos! Tomorrow will be better.

Source
(big3_6)
(5)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ῆς, ἡ<br /><b class="num">1</b> [[desistimiento]], [[renuncia]] a reclamar un derecho <i>PLond</i>.1007.18 (VI d.C.), <i>PErl</i>.79.9 (VI d.C.)<br /><b class="num">•</b>c. gen. obj. φαντασιῶν Dion.Ar.<i>EH</i> M.3.533D, al demonio por medio del bautismo τῶν ἔργων τοῦ Σατανᾶ Ath.Al.M.26.1221B, τοῦ Σαταννᾶ Cosm.Ind.<i>Top</i>.1.4.<br /><b class="num">2</b> [[repudio]] de una hija ἀ. καὶ [[ἀποκήρυξις]] <i>PMasp</i>.97ue.d.53 (VI d.C.).
|dgtxt=-ῆς, ἡ<br /><b class="num">1</b> [[desistimiento]], [[renuncia]] a reclamar un derecho <i>PLond</i>.1007.18 (VI d.C.), <i>PErl</i>.79.9 (VI d.C.)<br /><b class="num">•</b>c. gen. obj. φαντασιῶν Dion.Ar.<i>EH</i> M.3.533D, al demonio por medio del bautismo τῶν ἔργων τοῦ Σατανᾶ Ath.Al.M.26.1221B, τοῦ Σαταννᾶ Cosm.Ind.<i>Top</i>.1.4.<br /><b class="num">2</b> [[repudio]] de una hija ἀ. καὶ [[ἀποκήρυξις]] <i>PMasp</i>.97ue.d.53 (VI d.C.).
}}
{{grml
|mltxt=η (AM [[ἀποταγή]]) [[αποτάσσω]]<br /><b>1.</b> [[απάρνηση]], [[αποκήρυξη]]<br /><b>2.</b> [[απομάκρυνση]] από [[κάτι]], [[αποξένωση]] από περιουσιακά στοιχεία<br /><b>3.</b> [[αποκήρυξη]] του Σατανά και των έργων του από τον βαπτιζόμενο ή τον ανάδοχό του [[κατά]] την Κατήχηση, [[αμέσως]] [[πριν]] από το Βάπτισμα<br /><b>4.</b> [[ομολογία]] του κειρόμενου [[μοναχού]] για την [[απάρνηση]] των εγκόσμιων<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br /><b>1.</b> η [[ουσία]] της μοναχικής ζωής<br /><b>2.</b> η [[αναγκαιότητα]]<br /><b>3.</b> δυσχέρειες ([[κυρίως]] της μοναχικής ζωής).
}}
}}

Revision as of 06:21, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀποτᾰγή Medium diacritics: ἀποταγή Low diacritics: αποταγή Capitals: ΑΠΟΤΑΓΗ
Transliteration A: apotagḗ Transliteration B: apotagē Transliteration C: apotagi Beta Code: a)potagh/

English (LSJ)

ἡ, (ἀποτάσσω)

   A renunciation of a claim, PLond.3.1007.18 (vi A. D.).    II disinheriting, PMasp.97 ii 53 (vi A. D.).

German (Pape)

[Seite 329] ἡ, Entsagung, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἀποτᾰγή: ἡ, (ἀποτάσσω) ἀπόταξις, ἀποκήρυξις, τοῦ κόσμου, Ἐκκλ.

Spanish (DGE)

-ῆς, ἡ
1 desistimiento, renuncia a reclamar un derecho PLond.1007.18 (VI d.C.), PErl.79.9 (VI d.C.)
c. gen. obj. φαντασιῶν Dion.Ar.EH M.3.533D, al demonio por medio del bautismo τῶν ἔργων τοῦ Σατανᾶ Ath.Al.M.26.1221B, τοῦ Σαταννᾶ Cosm.Ind.Top.1.4.
2 repudio de una hija ἀ. καὶ ἀποκήρυξις PMasp.97ue.d.53 (VI d.C.).

Greek Monolingual

η (AM ἀποταγή) αποτάσσω
1. απάρνηση, αποκήρυξη
2. απομάκρυνση από κάτι, αποξένωση από περιουσιακά στοιχεία
3. αποκήρυξη του Σατανά και των έργων του από τον βαπτιζόμενο ή τον ανάδοχό του κατά την Κατήχηση, αμέσως πριν από το Βάπτισμα
4. ομολογία του κειρόμενου μοναχού για την απάρνηση των εγκόσμιων
αρχ.-μσν.
1. η ουσία της μοναχικής ζωής
2. η αναγκαιότητα
3. δυσχέρειες (κυρίως της μοναχικής ζωής).