δολόεις: Difference between revisions
οὐ δικαίως θάνατον ἔχθουσιν βροτοί, ὅσπερ μέγιστον ῥῦμα τῶν πολλῶν κακῶν → unjustly men hate death, which is the greatest defence against their many ills | men are not right in hating death, which is the greatest succour from our many ills
(big3_12) |
(9) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-εσσα, -εν<br /><b class="num">1</b> de dioses y pers. [[artero]], [[astuto]], [[pérfido]] Καλυψώ <i>Od</i>.7.245, Κίρκη <i>Od</i>.9.32, de Medea, A.R.3.89, cf. <i>AP</i> 4.3b.25, de Odiseo, Q.S.5.449, de Ares, Nonn.<i>D</i>.4.242, de Eros, Nonn.<i>D</i>.15.220, de Hermes, Nonn.<i>D</i>.9.233, de Selene <i>PMag</i>.4.2285.<br /><b class="num">2</b> de cosas y abstr. [[engañoso]], [[doloso]] ἀράχνια ... δολόεντα ref. a las cadenas con que apresó Hefesto a Afrodita y Ares <i>Od</i>.8.281, πότμος <i>Batr</i>.(1)50, θάνατος Hellanic.169a, καὶ δολόεντα Τροίας ἕδη E.<i>IA</i> 1527, [[ἀρωγή]] A.R.2.423, μόρος Opp.<i>H</i>.2.156, 4.120, ἐσωπή Opp.<i>H</i>.4.358, ὄνειρα <i>SHell</i>.1148, [[ἀοιδή]] <i>Orac.Sib</i>.5.326, ἵππος del caballo de Troya, Q.S.12.169, 14.139, σώματα Triph.413, φύσις Synes.<i>Hymn</i>.1.705, ὕπνος Nonn.<i>D</i>.48.757. | |dgtxt=-εσσα, -εν<br /><b class="num">1</b> de dioses y pers. [[artero]], [[astuto]], [[pérfido]] Καλυψώ <i>Od</i>.7.245, Κίρκη <i>Od</i>.9.32, de Medea, A.R.3.89, cf. <i>AP</i> 4.3b.25, de Odiseo, Q.S.5.449, de Ares, Nonn.<i>D</i>.4.242, de Eros, Nonn.<i>D</i>.15.220, de Hermes, Nonn.<i>D</i>.9.233, de Selene <i>PMag</i>.4.2285.<br /><b class="num">2</b> de cosas y abstr. [[engañoso]], [[doloso]] ἀράχνια ... δολόεντα ref. a las cadenas con que apresó Hefesto a Afrodita y Ares <i>Od</i>.8.281, πότμος <i>Batr</i>.(1)50, θάνατος Hellanic.169a, καὶ δολόεντα Τροίας ἕδη E.<i>IA</i> 1527, [[ἀρωγή]] A.R.2.423, μόρος Opp.<i>H</i>.2.156, 4.120, ἐσωπή Opp.<i>H</i>.4.358, ὄνειρα <i>SHell</i>.1148, [[ἀοιδή]] <i>Orac.Sib</i>.5.326, ἵππος del caballo de Troya, Q.S.12.169, 14.139, σώματα Triph.413, φύσις Synes.<i>Hymn</i>.1.705, ὕπνος Nonn.<i>D</i>.48.757. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[δολόεις]], -εσσα, -εν (Α)<br /><b>1.</b> (<b>για πρόσ.</b>) [[δολερός]], [[πανούργος]]<br /><b>2.</b> (<b>για πράγμ.</b>) αυτός που επινοήθηκε ή κατασκευάστηκε με [[πανουργία]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:33, 29 September 2017
English (LSJ)
εσσα, εν, (δόλος)
A subtle, wily, Καλυψώ, Κίρκη, Od.7.245, 9.32. II of things, craftily contrived, artful, δέσματα 8.281; θάνατος Hellanic.69(a) J.; Τροίας ἕδη E.IA1527 (lyr.).
German (Pape)
[Seite 655] εσσα, εν, voll List, listenreich, listig; Homer dreimal: Odyss. 7, 245 δολόεσσα Καλυψώ; 9, 32 Κίρκη δολόεσσα; 8, 281 von Fesseln (δέσματα) πέρι γὰρ δολόεντα τέτυκτο. – Τροίας ἕδη Eur. I. A. 1527; ἀρωγή Ap. Rh. 2, 423.
Greek (Liddell-Scott)
δολόεις: εσσα, εν, (δόλος) δόλιος, πανοῦργος, Καλυψώ, Κίρκη Ὀδ. Η. 245, Ι. 32. ΙΙ. ἐπὶ πραγμάτων, πανούργως ἐπινοηθεὶς ἢ κατασκευασθείς, πλήρης τέχνης ἢ τεχνασμάτων, ὡς τὸ τεχνήεις, δέσματα Θ. 281· θάνατος Ἑλλάν. 82· Τροίας ἕδη Εὐρ. Ι. Α. 1527.
French (Bailly abrégé)
όεσσα, όεν;
1 artificieux, perfide;
2 fait avec un art perfide.
Étymologie: δόλος.
English (Autenrieth)
εσσα, εν (δόλος): artful; fig., δέσματα, Od. 8.281.
Spanish (DGE)
-εσσα, -εν
1 de dioses y pers. artero, astuto, pérfido Καλυψώ Od.7.245, Κίρκη Od.9.32, de Medea, A.R.3.89, cf. AP 4.3b.25, de Odiseo, Q.S.5.449, de Ares, Nonn.D.4.242, de Eros, Nonn.D.15.220, de Hermes, Nonn.D.9.233, de Selene PMag.4.2285.
2 de cosas y abstr. engañoso, doloso ἀράχνια ... δολόεντα ref. a las cadenas con que apresó Hefesto a Afrodita y Ares Od.8.281, πότμος Batr.(1)50, θάνατος Hellanic.169a, καὶ δολόεντα Τροίας ἕδη E.IA 1527, ἀρωγή A.R.2.423, μόρος Opp.H.2.156, 4.120, ἐσωπή Opp.H.4.358, ὄνειρα SHell.1148, ἀοιδή Orac.Sib.5.326, ἵππος del caballo de Troya, Q.S.12.169, 14.139, σώματα Triph.413, φύσις Synes.Hymn.1.705, ὕπνος Nonn.D.48.757.
Greek Monolingual
δολόεις, -εσσα, -εν (Α)
1. (για πρόσ.) δολερός, πανούργος
2. (για πράγμ.) αυτός που επινοήθηκε ή κατασκευάστηκε με πανουργία.