ἰσχαδώνης: Difference between revisions

From LSJ

Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)

Source
(6_19)
(18)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἰσχᾰδώνης''': -ου, ὁ ἰσχάδας ὠνούμενος, ἀγοραστὴς ἰσχάδων, Φερεκρ. ἐν Ἀγαθοῖς» 4.
|lstext='''ἰσχᾰδώνης''': -ου, ὁ ἰσχάδας ὠνούμενος, ἀγοραστὴς ἰσχάδων, Φερεκρ. ἐν Ἀγαθοῖς» 4.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἰσχαδώνης]], ὁ (Α)<br />αυτός που αγοράζει [[ξηρά]] σύκα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἰσχάς]], -[[άδος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ώνης</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>ώνοῡμαι</i> «[[αγοράζω]]»), <b>[[πρβλ]].</b> <i>καρπ</i>-<i>ώνης</i>, <i>οπωρ</i>-<i>ώνης</i>].
}}
}}

Revision as of 06:37, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἰσχᾰδώνης Medium diacritics: ἰσχαδώνης Low diacritics: ισχαδώνης Capitals: ΙΣΧΑΔΩΝΗΣ
Transliteration A: ischadṓnēs Transliteration B: ischadōnēs Transliteration C: ischadonis Beta Code: i)sxadw/nhs

English (LSJ)

ου, ὁ,

   A buyer of figs, Pherecr.4.

German (Pape)

[Seite 1272] ὁ, Feigenkäufer, Poll. 7, 198.

Greek (Liddell-Scott)

ἰσχᾰδώνης: -ου, ὁ ἰσχάδας ὠνούμενος, ἀγοραστὴς ἰσχάδων, Φερεκρ. ἐν Ἀγαθοῖς» 4.

Greek Monolingual

ἰσχαδώνης, ὁ (Α)
αυτός που αγοράζει ξηρά σύκα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσχάς, -άδος + -ώνης (< ώνοῡμαι «αγοράζω»), πρβλ. καρπ-ώνης, οπωρ-ώνης].