ἀποπάσχω: Difference between revisions

From LSJ

γυναιξὶ πάσαις κόσμον ἡ σιγὴ φέρει → silence for all women is an ornament (Menander)

Source
(big3_6)
(5)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=[[rechazar una impresión]], [[dejar de sentir]] ἀπόπαθε ὅτι ἡμέρα ἐστίν Arr.<i>Epict</i>.1.28.3.
|dgtxt=[[rechazar una impresión]], [[dejar de sentir]] ἀπόπαθε ὅτι ἡμέρα ἐστίν Arr.<i>Epict</i>.1.28.3.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἀποπάσχω]] (Α)<br />(όρος των Στωικών) [[απορρίπτω]], [[αποβάλλω]] μια [[εντύπωση]], [[φαντάζομαι]] ότι δεν υπάρχει [[κάτι]].
}}
}}

Revision as of 06:57, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀποπάσχω Medium diacritics: ἀποπάσχω Low diacritics: αποπάσχω Capitals: ΑΠΟΠΑΣΧΩ
Transliteration A: apopáschō Transliteration B: apopaschō Transliteration C: apopascho Beta Code: a)popa/sxw

English (LSJ)

opp. πάσχω, a Stoic term,

   A reject an impression, ἀπόπαθε ὅτι ἡμέρα ἐστί Arr.Epict.1.28.3.

German (Pape)

[Seite 318] (s. πάσχω), bei den Stoikern als Ggstz von πάσχω, sich vorstellen, daß etwas nicht sei, was doch ist, z. B. ἀπόπαθε, ὅτι ἡμέρα ἐστι, stelle dir vor, daß nicht Tag sei, Arr. Epict. 1, 28, 3.

Greek (Liddell-Scott)

ἀποπάσχω: ἀντίθ. τῷ πάσχω, Στωϊκὸς ὅρος, φαντάζομαι ὅτι δὲν ὑπάρχει τι, ἐνῷ πράγματι ὑπάρχει, ἀπόπαθε ὅτι ἡμέρα ἐστί, φαντάσθητι ὅτι δὲν εἶναι ἡμέρα, Ἀρρ. Ἐπίκτ. 1. 28, 3.

Spanish (DGE)

rechazar una impresión, dejar de sentir ἀπόπαθε ὅτι ἡμέρα ἐστίν Arr.Epict.1.28.3.

Greek Monolingual

ἀποπάσχω (Α)
(όρος των Στωικών) απορρίπτω, αποβάλλω μια εντύπωση, φαντάζομαι ότι δεν υπάρχει κάτι.