δημοχαρής: Difference between revisions

From LSJ

ἢν μή τις ὥσπερ σφηκιὰν βλίττῃ με κἀρεθίζῃ → may no one squeeze me and tease me like a wasp | may no one smoke me and tease me like a wasp | but if anyone annoys me and rifles my nest, they'll find a wasp inside | still if you wake a wasps' nest then of wasps you must beware

Source
(big3_11)
(9)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ές<br /><b class="num">1</b> de pers. [[grato al pueblo]] διὰ τίνας αἰτίας δημο[χ] α[ρῆ] ὄντ' αὐτὸν πάτ[ριο] ν ἂν ἠ[γό] ρε[υ] εν Ἐπίκουρος; Phld.<i>Epicur.Tract</i>.16.2, καὶ δημοχαρεῖς καὶ περιωνύμους ἀποδείκνυσιν Paul.Al.67.3<br /><b class="num">•</b>de anim. [[que gusta a la gente]] ἵπποι <i>ICil</i>.49B.6 (III/IV d.C.).<br /><b class="num">2</b> [[que busca el favor del pueblo]] ἄνθρωποι Ephr.Syr.3.450D, ὁ δὲ τῆς κενοδοξίας πλάνος δ. Nil.M.79.1121C.
|dgtxt=-ές<br /><b class="num">1</b> de pers. [[grato al pueblo]] διὰ τίνας αἰτίας δημο[χ] α[ρῆ] ὄντ' αὐτὸν πάτ[ριο] ν ἂν ἠ[γό] ρε[υ] εν Ἐπίκουρος; Phld.<i>Epicur.Tract</i>.16.2, καὶ δημοχαρεῖς καὶ περιωνύμους ἀποδείκνυσιν Paul.Al.67.3<br /><b class="num">•</b>de anim. [[que gusta a la gente]] ἵπποι <i>ICil</i>.49B.6 (III/IV d.C.).<br /><b class="num">2</b> [[que busca el favor del pueblo]] ἄνθρωποι Ephr.Syr.3.450D, ὁ δὲ τῆς κενοδοξίας πλάνος δ. Nil.M.79.1121C.
}}
{{grml
|mltxt=[[δημοχαρής]], -ές (Α)<br />[[λαοφιλής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[δήμος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>χαρής</i> <span style="color: red;"><</span> [[χάρος]] (το) <span style="color: red;"><</span> <b>(θ.)</b> <i>χαρ</i>- του [[χαίρω]] (<b>[[πρβλ]].</b> και [[επιχαρής]], [[περιχαρής]])].
}}
}}

Revision as of 07:03, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δημοχᾰρής Medium diacritics: δημοχαρής Low diacritics: δημοχαρής Capitals: ΔΗΜΟΧΑΡΗΣ
Transliteration A: dēmocharḗs Transliteration B: dēmocharēs Transliteration C: dimocharis Beta Code: dhmoxarh/s

English (LSJ)

ές,

   A pleasing the people, popular, Paul.Al.N.2.

German (Pape)

[Seite 565] ές, das Volk erseeuend, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

δημοχᾰρής: -ές, ὁ ἀρέσκων εἰς τὸν λαόν, δημοτικός· μεταγεν.· ἴδε Λοβ. Φρύν. 486.

Spanish (DGE)

-ές
1 de pers. grato al pueblo διὰ τίνας αἰτίας δημο[χ] α[ρῆ] ὄντ' αὐτὸν πάτ[ριο] ν ἂν ἠ[γό] ρε[υ] εν Ἐπίκουρος; Phld.Epicur.Tract.16.2, καὶ δημοχαρεῖς καὶ περιωνύμους ἀποδείκνυσιν Paul.Al.67.3
de anim. que gusta a la gente ἵπποι ICil.49B.6 (III/IV d.C.).
2 que busca el favor del pueblo ἄνθρωποι Ephr.Syr.3.450D, ὁ δὲ τῆς κενοδοξίας πλάνος δ. Nil.M.79.1121C.

Greek Monolingual

δημοχαρής, -ές (Α)
λαοφιλής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δήμος + -χαρής < χάρος (το) < (θ.) χαρ- του χαίρω (πρβλ. και επιχαρής, περιχαρής)].