μετάρροια: Difference between revisions

From LSJ

Ὅρκον δὲ φεῦγε καὶ δικαίως κἀδίκως (κἂν δικαίως ὀμνύῃς) → Iurare fugias, vere, falso, haud interest → Zu schwören meide, gleich ob richtig oder falsch

Menander, Monostichoi, 441
(Bailly1_3)
(25)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />mouvement de reflux.<br />'''Étymologie:''' [[μεταρρέω]].
|btext=ας (ἡ) :<br />mouvement de reflux.<br />'''Étymologie:''' [[μεταρρέω]].
}}
{{grml
|mltxt=[[μετάρροια]], ἡ (Α)<br />η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του [[μεταρρέω]], η [[μεταβολή]] της ροής [[προς]] [[άλλο]] [[μέρος]], η [[μεταβολή]] της κατεύθυνσης της ροής [[προς]] τα [[πίσω]], η άμπωτη («[[οἷον]] μεταρροίας [[εἴσω]] γινομένης τοῡ πνεύματος», <b>Αριστοτ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μεταρρέω]] (<b>[[πρβλ]].</b> <i>διά</i>-<i>ρροια</i>, [[κατά]]-<i>ρροια</i>)].
}}
}}

Revision as of 07:38, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μετάρροια Medium diacritics: μετάρροια Low diacritics: μετάρροια Capitals: ΜΕΤΑΡΡΟΙΑ
Transliteration A: metárroia Transliteration B: metarroia Transliteration C: metarroia Beta Code: meta/rroia

English (LSJ)

ἡ,

   A change of stream, reflux, τοῦ πνεύματος Arist.Mete. 367a28: pl., Plu.2.433f, Gal.16.540; also of light, Plot.4.5.7.

Greek (Liddell-Scott)

μετάρροια: ἡ, μεταβολὴ τοῦ δρόμου τῆς ῥοῆς, ῥοὴ πρὸς τὸ ἀντίθετον, τοῦ πνεύματος Ἀριστ. Μετεωρ. 2. 8, 20, πρβλ. Διόδ. 3. 51· - ὡσαύτως μεταρροή, Γρηγ. Ναζ. τ. 2, σ. 205.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
mouvement de reflux.
Étymologie: μεταρρέω.

Greek Monolingual

μετάρροια, ἡ (Α)
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του μεταρρέω, η μεταβολή της ροής προς άλλο μέρος, η μεταβολή της κατεύθυνσης της ροής προς τα πίσω, η άμπωτη («οἷον μεταρροίας εἴσω γινομένης τοῡ πνεύματος», Αριστοτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μεταρρέω (πρβλ. διά-ρροια, κατά-ρροια)].