ξυνόφρων: Difference between revisions
From LSJ
ὃς ἂν βούληται τῆν γῆν κινῆσαι κινησάτω τὸ πρῶτον ἑαυτόν → let him that would move the world first move himself
(Bailly1_4) |
(27) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ων, ον ; <i>gén.</i> ονος;<br />qui a les mêmes sentiments pour tous <i>(ép. d’Apollon)</i>.<br />'''Étymologie:''' [[ξυνός]], [[φρήν]]. | |btext=ων, ον ; <i>gén.</i> ονος;<br />qui a les mêmes sentiments pour tous <i>(ép. d’Apollon)</i>.<br />'''Étymologie:''' [[ξυνός]], [[φρήν]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ξυνόφρων]], -ον (Α)<br />(για τον Απόλλωνα) αυτός που έχει όμοια [[γνώμη]] για όλους, την [[ίδια]] φιλική [[διάθεση]] [[προς]] όλους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ξυνός]] «[[κοινός]]» <span style="color: red;">+</span> -<i>φρων</i> (<span style="color: red;"><</span> [[φρήν]], <i>φρενός</i>), <b>πρβλ.</b> [[μεγαλό]]-<i>φρων</i>]. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:59, 29 September 2017
English (LSJ)
ονος, ὁ, ἡ,
A friendly-minded, of Apollo, AP9.525.15.
German (Pape)
[Seite 282] ονος, gleiches Sinnes für Alle, Apollo, Hymn. (IX, 525, 15).
Greek (Liddell-Scott)
ξῡνόφρων: -ονος, ὁ, ἡ, ὁ φίλα φρονῶν, Ἀνθ. Π. 9. 525, 15.
French (Bailly abrégé)
ων, ον ; gén. ονος;
qui a les mêmes sentiments pour tous (ép. d’Apollon).
Étymologie: ξυνός, φρήν.
Greek Monolingual
ξυνόφρων, -ον (Α)
(για τον Απόλλωνα) αυτός που έχει όμοια γνώμη για όλους, την ίδια φιλική διάθεση προς όλους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ξυνός «κοινός» + -φρων (< φρήν, φρενός), πρβλ. μεγαλό-φρων].