ἐπιστολάδην: Difference between revisions

From LSJ

τῶν δ᾽ ὀρθουμένων σῴζει τὰ πολλὰ σώμαθ᾽ ἡ πειθαρχία → But of those who make it through, following orders is what saves most of their lives (Sophocles, Antigone 675f.)

Source
(13)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐπιστολάδην]] (Α)<br /><b>επίρρ.</b> (για χιτώνα) κομψά («[[ἐπιστολάδην]] δέ χιτῶνας ἔσταλτο», <b>Ησίοδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[επιστολή]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>δην</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>βά</i>-<i>δην</i>)].
|mltxt=[[ἐπιστολάδην]] (Α)<br /><b>επίρρ.</b> (για χιτώνα) κομψά («[[ἐπιστολάδην]] δέ χιτῶνας ἔσταλτο», <b>Ησίοδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[επιστολή]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>δην</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>βά</i>-<i>δην</i>)].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐπιστολάδην:''' [ᾰ], επίρρ. ([[ἐπιστέλλω]] II), συνεσταλμένα, κόσμια, κομψά, λέγεται για [[ένδυμα]], σε Ησίοδ.
}}
}}

Revision as of 21:00, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπιστολάδην Medium diacritics: ἐπιστολάδην Low diacritics: επιστολάδην Capitals: ΕΠΙΣΤΟΛΑΔΗΝ
Transliteration A: epistoládēn Transliteration B: epistoladēn Transliteration C: epistoladin Beta Code: e)pistola/dhn

English (LSJ)

[ᾰ], Adv.

   A girt up, of dress, like ἀνεσταλμένως, Hes. Sc.287.

German (Pape)

[Seite 984] aufgeschürzt, aufgegürtet, χιτῶνας ἔσταλτο Hes. Sc. 287.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπιστολάδην: ᾰ, Ἐπίρρ. (ἐπιστέλλω ΙΙ), ἐζωσμένως, κομψῶς, ἐπὶ ἱματισμοῦ, κατὰ τὸν Σχολιαστ. «ἀντὶ τοῦ κοσμίως καὶ ἀνεσταλμένως», Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 287.

French (Bailly abrégé)

adv.
avec la tunique retroussée.
Étymologie: ἐπιστέλλω, -δην.

Greek Monolingual

ἐπιστολάδην (Α)
επίρρ. (για χιτώνα) κομψά («ἐπιστολάδην δέ χιτῶνας ἔσταλτο», Ησίοδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < επιστολή + επίθημα -δην (πρβλ. βά-δην)].

Greek Monotonic

ἐπιστολάδην: [ᾰ], επίρρ. (ἐπιστέλλω II), συνεσταλμένα, κόσμια, κομψά, λέγεται για ένδυμα, σε Ησίοδ.