κερδῷος: Difference between revisions
οὐ παντὸς ἀνδρὸς ἐς Κόρινθον ἔσθ' ὁ πλοῦς → it's not for every man to make a journey to Corinth, not everyone can afford a trip to Corinth
(20) |
(5) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-α, -ο (Α [[κερδῷος]], -ῴα, -ον) [[κέρδος]]<br />(ως επίθ. του Ερμού και του Απόλλωνος) αυτός που φέρει [[κέρδος]]<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που αναφέρεται στην [[αλεπού]] ή που μοιάζει με [[αλεπού]], δηλ. [[δόλιος]], [[πανούργος]], [[πονηρός]]. | |mltxt=-α, -ο (Α [[κερδῷος]], -ῴα, -ον) [[κέρδος]]<br />(ως επίθ. του Ερμού και του Απόλλωνος) αυτός που φέρει [[κέρδος]]<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που αναφέρεται στην [[αλεπού]] ή που μοιάζει με [[αλεπού]], δηλ. [[δόλιος]], [[πανούργος]], [[πονηρός]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''κερδῷος:''' -α, -ον ([[κέρδος]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτός που αποφέρει [[κέρδος]], λέγεται για τον Ερμή, σε Λουκ. κ.λπ.<br /><b class="num">II.</b> ([[κερδώ]]) όπως την [[αλεπού]], με [[πανουργία]], [[δόλιος]], σε Βάβρ. | |||
}} | }} |
Revision as of 21:08, 30 December 2018
English (LSJ)
α, ον,
A bringing gain, epith. of Apollo and Hermes, Lyc.208, IG9(2).512.20 (Larissa), 1234 (Phalanna); of Hermes, Plu.2.472b, Luc.Tim. 41, etc. II (κερδώ) fox-like, wily, ἀλώπηξ Babr.77.2.
German (Pape)
[Seite 1424] Gewinn verleihend; Hermes, Luc. Tim. 41 Plut. tranqu. an. 12; Apollo, Lyc. 208.
Greek (Liddell-Scott)
κερδῷος: -α, -ον, ὁ φέρων κέρδος, ἐπὶ τοῦ Ἀπόλλωνος, Λυκόφρ. 208, Συλλ. Ἐπιγρ. 1766· ἐπὶ τοῦ Ἑρμοῦ, Πλούτ. 2. 472Β, Λουκ. Τίμ. 41, κτλ. ΙΙ. (κερδὼ) ὅμοιος πρὸς ἀλώπεκα, δόλιος, Βάβρ. 77. 2.
French (Bailly abrégé)
1ῴου;
adj. m.
qui préside au gain, qui procure un gain (Hermès).
Étymologie: κέρδος.
2ῴα, ῷον;
rusé comme un renard.
Étymologie: κερδώ.
Greek Monolingual
-α, -ο (Α κερδῷος, -ῴα, -ον) κέρδος
(ως επίθ. του Ερμού και του Απόλλωνος) αυτός που φέρει κέρδος
αρχ.
αυτός που αναφέρεται στην αλεπού ή που μοιάζει με αλεπού, δηλ. δόλιος, πανούργος, πονηρός.
Greek Monotonic
κερδῷος: -α, -ον (κέρδος),
I. αυτός που αποφέρει κέρδος, λέγεται για τον Ερμή, σε Λουκ. κ.λπ.
II. (κερδώ) όπως την αλεπού, με πανουργία, δόλιος, σε Βάβρ.