ἄντιτος: Difference between revisions
μέγα γὰρ τὸ τῆς θαλάσσης κράτος → great is the power of the country that controls the sea, control of the sea is a great thing, the dominion of the sea is a great matter, the rule of the sea is a great matter, the rule of the sea is indeed a great matter, control of the sea is a paramount advantage
(big3_5) |
(3) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ον<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> [[ἀντίτιτος]] Sch.<i>Il</i>.24.213<br /><b class="num">1</b> de hechos ἄντιτα ἔργα [[venganza]], [[represalia por]] αἴ κέ ποθι Ζεὺς ἄντιτα ἔργα τελέσσῃ <i>Od</i>.17.51, 60, ἄ. ἔργα παιδὸς ἐμοῦ <i>Il</i>.24.213 (var.), cf. Sch.<i>Il</i>.l.c.<br /><b class="num">2</b> de pers. [[castigado]] ἄντιτον ἔτι σε χρὴ ... τύμμα τύμματι τεῖσαι A.<i>A</i>.1429. | |dgtxt=-ον<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> [[ἀντίτιτος]] Sch.<i>Il</i>.24.213<br /><b class="num">1</b> de hechos ἄντιτα ἔργα [[venganza]], [[represalia por]] αἴ κέ ποθι Ζεὺς ἄντιτα ἔργα τελέσσῃ <i>Od</i>.17.51, 60, ἄ. ἔργα παιδὸς ἐμοῦ <i>Il</i>.24.213 (var.), cf. Sch.<i>Il</i>.l.c.<br /><b class="num">2</b> de pers. [[castigado]] ἄντιτον ἔτι σε χρὴ ... τύμμα τύμματι τεῖσαι A.<i>A</i>.1429. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἄντῐτος:''' -ον, ποιητ. αντί [[ἀντίτιτος]], αμειβόμενος, αποπληρωμένος, τιμωρημένος· <i>ἄντιτα ἔργα</i>, το [[έργο]] της εκδίκησης ή της τιμωρίας, σε Ομήρ. Οδ.· <i>παιδός</i>, για το γιο της, σε Ομήρ. Ιλ. | |||
}} | }} |
Revision as of 21:24, 30 December 2018
English (LSJ)
(by haplology for ἀντίτιτος, which occurs in Hsch.), ον,
A = παλίντιτος, requited, revenged, ἄ. ἔργα the work of revenge, Od.17.51,60; ἄ. ἔργα παιδός revenge for her son, Il.24.213, cf. Call.Iamb. 1.160.
German (Pape)
[Seite 262] poet. für ἀνάτιτος, nach Herodian. Scholl. Iliad. 24, 213 (vgl. Scholl. Od. 17, 51) für ἀντίτιτος, gerächt; vgl. ἄτιτος u. παλίντιτος; Od. 17, 51. 60 αἴ κέ ποθι Ζεὺς ἄντιτα ἔργα τελέσσῃ, Werke der Rache, Vergeltung; Iliad. 24, 213 τότ' ἄντιτα ἔργα γένοιτο παιδὸς ἐμοῦ, v. l. ἂν τιτά, s. Scholl.
Greek (Liddell-Scott)
ἄντῐτος: -ον, (ποιητ. ἀντὶ τοῦ ἀνάτιτος, ὅπερ εὕρηται μόνον παρ’ Ἡσυχ.), ὡς τὸ παλίντιτος, μόνον ἐν τῇ φράσει ἄντιτα ἔργα, ἔργα ἐκδικητικά, «ἀντιτιμώρητα», (Σχόλ.) Ὀδ. Ρ. 51, 60· ἄντιτα ἔργα... παιδός, «ἀντιτιμώρητα, ἐν μέρει τινὶ τιμωρίαν λαμβάνοντα» (Σχόλ.), Ἰλ. Ω. 213· πρβλ. Σόλωνα 12, 31.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
payé en échange : ἄντιτα ἔργα IL, OD représailles, vengeance.
Étymologie: p. *ἀνάτιτος, de ἀνά et τίω.
English (Autenrieth)
(ἀνά, τίω): in requital, ἔργα, works ‘of retribution,’ ‘vengeance,’ Od. 17.51.
Spanish (DGE)
-ον
• Alolema(s): ἀντίτιτος Sch.Il.24.213
1 de hechos ἄντιτα ἔργα venganza, represalia por αἴ κέ ποθι Ζεὺς ἄντιτα ἔργα τελέσσῃ Od.17.51, 60, ἄ. ἔργα παιδὸς ἐμοῦ Il.24.213 (var.), cf. Sch.Il.l.c.
2 de pers. castigado ἄντιτον ἔτι σε χρὴ ... τύμμα τύμματι τεῖσαι A.A.1429.
Greek Monotonic
ἄντῐτος: -ον, ποιητ. αντί ἀντίτιτος, αμειβόμενος, αποπληρωμένος, τιμωρημένος· ἄντιτα ἔργα, το έργο της εκδίκησης ή της τιμωρίας, σε Ομήρ. Οδ.· παιδός, για το γιο της, σε Ομήρ. Ιλ.