Μινύαι: Difference between revisions

From LSJ

ἀνδρῶν γὰρ ἐπιφανῶν πᾶσα γῆ τάφος → for illustrious men have the whole earth for their tomb, for heroes have the whole earth for their tomb, the whole earth is the tomb of famous men

Source
(25)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[Μινύαι]], αἱ (Α)<br /><b>1.</b> [[γενεά]] ηρώων στον Ορχομενό<br /><b>2.</b> (<b>στον εν.</b>) <i>ὁ Μινύας</i><br />[[ονομασία]] ήρωα ή θεού.
|mltxt=[[Μινύαι]], αἱ (Α)<br /><b>1.</b> [[γενεά]] ηρώων στον Ορχομενό<br /><b>2.</b> (<b>στον εν.</b>) <i>ὁ Μινύας</i><br />[[ονομασία]] ήρωα ή θεού.
}}
{{lsm
|lsmtext='''Μῐνύαι:''' οἱ, Μινύες, [[φυλή]] ευγενών στον Ορχομενό, σε Ηρόδ. κ.λπ.· επίθ. [[Μινύειος]], <i>-α</i>, <i>-ον</i>, αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους Μινύες, σε Ομήρ. Ιλ.· Επικ. επίσης [[Μινυήϊος]], σε Όμηρ.
}}
}}

Revision as of 00:20, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Μῐνύαι Medium diacritics: Μινύαι Low diacritics: Μινύαι Capitals: ΜΙΝΥΑΙ
Transliteration A: Minýai Transliteration B: Minyai Transliteration C: Minyai Beta Code: *minu/ai

English (LSJ)

[ῠ], οἱ, Minyans, a race of heroes in Orchomenos, Pi.O.14.4, Hdt.1.146; used of the Argonauts, Pi.P.4.69, A.R.1.229, Orph. A.375,al.: in sg. as a hero or god,

   A Ἑρμῇ καὶ Μινύᾳ IG7.3218 (Orchom.): —Adj. Μῐνύειος [ῠ], α, ον, Minyan, Ὀρχομενὸς M. Il.2.511, Od.11.284; Ep. Μῐνῠήϊος Il.11.722, Hes.Fr.144.4:—fem. Μῐνῠηΐς, ΐδος, ἡ, A.R.1.233.

Greek (Liddell-Scott)

Μῐνύαι: οἱ, γενεά τις εὐγενῶν ἐν Ὀρχομενῷ, Ἡρόδ. 1. 146, Πίνδ.· καθ’ ἑνικ., ὡς ἥρως τις ἢ θεός, Ἑρμῇ καὶ Μινύᾳ Ἐπιγραφ. Ὀρχομ. παρὰ Keil σ. 77· - ἐπίθ., Μινύειος, α, ον, ὁ εἰς τοὺς Μινύας ἀνήκων, Ὀρχομενὸς Μ. Ἰλ. Β. 511· Ἐπικ. ὡσαύτως Μινυήϊος Λ. 721, Ὀδ. Λ. 283, Ἡσ.· ἀνώμαλ. θηλ. Μινυηΐς, ίδος, ἡ, Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 233· - ἴδε Μυλλέρου Orchomenos und die Minyer.

French (Bailly abrégé)

ῶν (οἱ) :
les Minyes, tribu éol. primit. en Thessalie, postér. près d’Orchomène en Béotie, descendants de Minyas.
Étymologie:.

English (Slater)

Μῐνῡαι
   a an ancient Boiotian folk, living around Orchomenos. Χάριτες Ἐρχομενοῦ, παλαιγόνων Μινυᾶν ἐπίσκοποι (O. 14.4)
   b the Argonauts. μετὰ γὰρ κεῖνο (= τὸ πάγχρυσον νάκος) πλευσάντων Μινυᾶν (P. 4.69)

Greek Monolingual

Μινύαι, αἱ (Α)
1. γενεά ηρώων στον Ορχομενό
2. (στον εν.) ὁ Μινύας
ονομασία ήρωα ή θεού.

Greek Monotonic

Μῐνύαι: οἱ, Μινύες, φυλή ευγενών στον Ορχομενό, σε Ηρόδ. κ.λπ.· επίθ. Μινύειος, , -ον, αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους Μινύες, σε Ομήρ. Ιλ.· Επικ. επίσης Μινυήϊος, σε Όμηρ.