ἀρτόπωλις: Difference between revisions
κινδυνεύει μὲν γὰρ ἡμῶν οὐδέτερος οὐδὲν καλὸν κἀγαθὸν εἰδέναι, ἀλλ᾽ οὗτος μὲν οἴεταί τι εἰδέναι οὐκ εἰδώς, ἐγὼ δέ, ὥσπερ οὖν οὐκ οἶδα, οὐδὲ οἴομαι· ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι. → for neither of us appears to know anything great and good; but he fancies he knows something, although he knows nothing; whereas I, as I do not know anything, so I do not fancy I do. In this trifling particular, then, I appear to be wiser than he, because I do not fancy I know what I do not know.
(3) |
(1b) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀρτόπωλις:''' -ιδος, ἡ ([[πωλέομαι]]), [[φουρνάρισσα]], σε Αριστοφ. | |lsmtext='''ἀρτόπωλις:''' -ιδος, ἡ ([[πωλέομαι]]), [[φουρνάρισσα]], σε Αριστοφ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀρτόπωλις:''' ιδος ἡ булочница Arph. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:48, 31 December 2018
English (LSJ)
ιδος, ἡ, fem. of -πώλης, Ar.V.238, Ra.858, PTeb. 119.50 (ii B. C.). 2 as Adj., τηλία ἀ. baker's tray, Poll.9.108.
German (Pape)
[Seite 363] ιδος, ἡ, Brotverkäuferin, Ar. Ran. 857; Anacr. 66, 4; αἱ ἀρτοπώλιδες heißt eine Komödie des Hermipp., Ath. III, 119 d.
Greek (Liddell-Scott)
ἀρτόπωλις: (οὐχὶ ἀρτοπῶλις), ιδος, ἡ, ἡ πωλοῦσα ἄρτον, Ἀριστοφ. Σφ. 238, Βάτρ. 858: ― ἀρσ. -πώλης, ου Πολυδ. Ζ΄, 21· ἴδε Κ. Κόντου Γλωσσικ. Παρατηρ. σ. 532. 2) ὡς ἐπίθ. τηλία ἀρτόπωλις, κόσκινον ἀρτοπώλου, Πολυδ. Θ΄, 108.
French (Bailly abrégé)
ιδος (ἡ) :
boulangère.
Étymologie: ἄρτος, πωλέω.
Spanish (DGE)
-ιδος
1 adj. fem. propio del panadero τηλία Poll.9.108.
2 subst. (ἡ) ἀ. panadera ἀρτοπώλισιν ... ὁμιλέων Anacr.82.4, λοιδορεῖσθαι ... ὥσπερ ἀρτοπώλιδας Ar.Ra.858, cf. V.238, SB 10447re.3, 16, ue.39 (III a.C.)
•αἱ Ἀρτοπώλιδες Las Panaderas tít. de una comedia de Hermipo, Hermipp.7, cf. PTeb.119.50 (II a.C.).
Greek Monolingual
ἀρτόπωλις, η (Α)
η πωλήτρια άρτου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άρτος + -πωλις (-ιδος) < πωλώ].
Greek Monotonic
ἀρτόπωλις: -ιδος, ἡ (πωλέομαι), φουρνάρισσα, σε Αριστοφ.
Russian (Dvoretsky)
ἀρτόπωλις: ιδος ἡ булочница Arph.