σύσπονδος: Difference between revisions
From LSJ
Αὐθαίρετος λύπη 'στὶν ἡ τέκνων σπορά → Procreation is a self-chosen suffering → Spontalis est miseria satio liberûm → Die Kinderzeugung ist ein selbstgewähltes Leid
(6) |
(4b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''σύσπονδος:''' -ον ([[σπονδή]]), = [[ὁμόσπονδος]], σε Αισχίν. | |lsmtext='''σύσπονδος:''' -ον ([[σπονδή]]), = [[ὁμόσπονδος]], σε Αισχίν. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''σύσπονδος:''' вместе совершающий возлияние Aeschin. | |||
}} | }} |
Revision as of 04:32, 1 January 2019
English (LSJ)
ον,
A = ὁμόσπονδος, Aeschin.2.163 (pl., v.l.).
German (Pape)
[Seite 1043] mit, zugleich das Trankopfer verrichtend, = συσπένδων, neben σύσσιτος, Aesch. 2, 163.
Greek (Liddell-Scott)
σύσπονδος: -ον, = ὁμόσπονδος, Αἰσχίν. 50. 9, πρβλ. ὁμόσπονδος.
Greek Monolingual
-ον, Α
ομόσπονδος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + -σπονδος (< σπονδή < σπένδω), πρβλ. παρά-σπονδος, υπό-σπονδος].
Greek Monotonic
σύσπονδος: -ον (σπονδή), = ὁμόσπονδος, σε Αισχίν.
Russian (Dvoretsky)
σύσπονδος: вместе совершающий возлияние Aeschin.