μεμόριον: Difference between revisions

From LSJ

κατὰ τὸν αὑτοῦ δαίμονα βιοῦν → live under the direction of his own guiding spirit

Source
(24)
(2)
Line 15: Line 15:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μεμόριον]], τὸ (ΑM, Α και μεμόριν)<br />[[μνημείο]] για την [[ανάμνηση]] κάποιου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται για συμφυρμό της ελλ. λ. [[μνημεῖον]] και της λατ. λ. <i>memoria</i> «[[μνήμη]]» (<b>[[πρβλ]].</b> λατ. <i>memorium</i> και λ. [[μνημούρι]])].
|mltxt=[[μεμόριον]], τὸ (ΑM, Α και μεμόριν)<br />[[μνημείο]] για την [[ανάμνηση]] κάποιου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται για συμφυρμό της ελλ. λ. [[μνημεῖον]] και της λατ. λ. <i>memoria</i> «[[μνήμη]]» (<b>[[πρβλ]].</b> λατ. <i>memorium</i> και λ. [[μνημούρι]])].
}}
{{etym
|etymtx=Grammatical information: n.<br />Meaning: <b class="b2">monument, mortuary monument</b> (inscr. Empire).<br />Other forms: also <b class="b3">μημόριον</b>, <b class="b3">μνημόριον</b><br />Origin: LW [a loanword which is (probably) not of Pre-Greek origin] Lat.<br />Etymology: Crosses of <b class="b3">μνημεῖον</b> and Lat. [[memoria]], from which again Lat. [[memorium]]. Kretschmer Glotta 11. 97, W.-Hofmann s. [[memor]], [[memoria]].
}}
}}

Revision as of 05:25, 3 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μεμόριον Medium diacritics: μεμόριον Low diacritics: μεμόριον Capitals: ΜΕΜΟΡΙΟΝ
Transliteration A: memórion Transliteration B: memorion Transliteration C: memorion Beta Code: memo/rion

English (LSJ)

τό, (Lat.

   A memoria) memorial chapel or shrine, BCH17.290, Ramsay Cities and Bishoprics 2.736 (iii/iv A. D.).

Greek (Liddell-Scott)

μεμόριον: τό, (Λατ. memoria) μνημεῖον εἰς ἀνάμνησίν τινος· καὶ μεμορίτης, ὁ, ὁ ἔχων τὴν φροντίδα τοιούτου μνημείου, καὶ μεμοροφύλαξ, Σύνοδ. Χαλκ. 1412Α, 1409D, ἴδε Δουκάγγ.

Greek Monolingual

μεμόριον, τὸ (ΑM, Α και μεμόριν)
μνημείο για την ανάμνηση κάποιου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για συμφυρμό της ελλ. λ. μνημεῖον και της λατ. λ. memoria «μνήμη» (πρβλ. λατ. memorium και λ. μνημούρι)].

Frisk Etymological English

Grammatical information: n.
Meaning: monument, mortuary monument (inscr. Empire).
Other forms: also μημόριον, μνημόριον
Origin: LW [a loanword which is (probably) not of Pre-Greek origin] Lat.
Etymology: Crosses of μνημεῖον and Lat. memoria, from which again Lat. memorium. Kretschmer Glotta 11. 97, W.-Hofmann s. memor, memoria.