πολύβοτρυς: Difference between revisions

From LSJ

εἰ μὴ ἦλθον καὶ ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον → if I had not come and spoken to them, they would not be guilty of sin

Source
(nl)
(1ba)
Line 30: Line 30:
{{elnl
{{elnl
|elnltext=πολύβοτρυς -υος [πολύς, βότρυς] rijk aan druiven.
|elnltext=πολύβοτρυς -υος [πολύς, βότρυς] rijk aan druiven.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[πολύβοτρυς]], υος, ὁ, ἡ,<br />abounding in grapes, Eur.
}}
}}

Revision as of 06:00, 10 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολῠβοτρυς Medium diacritics: πολύβοτρυς Low diacritics: πολύβοτρυς Capitals: ΠΟΛΥΒΟΤΡΥΣ
Transliteration A: polýbotrys Transliteration B: polybotrys Transliteration C: polyvotrys Beta Code: polu/botrus

English (LSJ)

υος, ὁ, ἡ,

   A abounding in grapes, of places, Hes.Fr.122, Simon.53, Theoc.25.11; ἄμπελος E.Ba. 651.

German (Pape)

[Seite 660] υος, mit vielen Trauben, traubenreich; Hes. fr. 19, 2; ἄμπελος, Eur. Bacch. 650.

Greek (Liddell-Scott)

πολύβοτρυς: -υος, ὁ, ἡ, ὁ ἔχων ἀφθονίαν σταφυλῶν, ἐπὶ τόπων, Ἡσ. Ἀποσπ. 19. 2, Σιμων. 19· ἐπὶ ἀμπέλου, πολύβοτρυν ἄμπελον Εὐρ. Βάκχ. 651.

French (Bailly abrégé)

υος (ὁ, ἡ)
aux grappes abondantes.
Étymologie: πολύς, βότρυς.

Greek Monolingual

-ότρυος, ὁ, ἡ, Α
(για τόπο) αυτός που έχει πολλούς βότρυς, πολλά σταφύλια («πολύβοτρυς ἄμπελος», Ευρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + βότρυς.

Greek Monotonic

πολύβοτρυς: -υος, ὁ, ἡ, αυτός που αφθονεί σε σταφύλια, σε Ευρ.

Russian (Dvoretsky)

πολύβοτρυς: υος adj. обильный виноградными гроздьями (ἄμπελος Eur.).

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πολύβοτρυς -υος [πολύς, βότρυς] rijk aan druiven.

Middle Liddell

πολύβοτρυς, υος, ὁ, ἡ,
abounding in grapes, Eur.