руководитель: Difference between revisions
From LSJ
ἔνδον σκάπτε, ἔνδον ἡ πηγή τοῦ ἀγαθοῦ καί ἀεί ἀναβλύειν δυναμένη, ἐάν ἀεί σκάπτῃς → Dig within. Within is the wellspring of Good; and it is always ready to bubble up, if you just dig. | Look within. Within is the fountain of the good, and it will ever bubble up, if thou wilt ever dig.
(6) |
(fix) |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[παιδαγωγός]] | |rueltext=[[καθηγεμών]], [[κατηγεμών]], [[κοσμήτωρ]], [[ὑφηγεμών]], [[ὑφαγεμών]], [[ἀρχιτέκτων]], [[κυβερνήτης]], [[σωφρονιστήρ]], [[ποιμήν]], [[ποιμάν]], [[προστάτης]], [[ἐπιμελητής]], [[κορυφαῖος]], [[σημάντωρ]], [[ὑφηγητής]], [[χειραγωγός]], [[χειριστής]], [[ἐξηγητής]], [[καθηγητής]], [[πρωτοστάτης]], [[ναύκληρος]], [[ἡνίοχος]], [[ἁνίοχος]], [[κοσμητής]], [[κοσμητάς]], [[ἔφορος]], [[παιδαγωγός]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 06:40, 15 October 2019
Russian > Greek
καθηγεμών, κατηγεμών, κοσμήτωρ, ὑφηγεμών, ὑφαγεμών, ἀρχιτέκτων, κυβερνήτης, σωφρονιστήρ, ποιμήν, ποιμάν, προστάτης, ἐπιμελητής, κορυφαῖος, σημάντωρ, ὑφηγητής, χειραγωγός, χειριστής, ἐξηγητής, καθηγητής, πρωτοστάτης, ναύκληρος, ἡνίοχος, ἁνίοχος, κοσμητής, κοσμητάς, ἔφορος, παιδαγωγός