подготовлять: Difference between revisions
From LSJ
Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → For extreme diseases, extreme methods of cure, as to restriction, are most suitable.
(5) |
(DvTab) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[προκατασκευάζω]], [[προεργάζομαι]], [[προφυράω]], [[προπαρασκευάζω]], [[προδιοικέω]], [[προγυμνάζω]], [[προφυτεύω]], [[προσυπεργάζομαι]], [[διασκευάζω]], [[παρετοιμάζω]], [[ἑτοιμάζω]], [[προοδοποιέω]], [[ἀρτίζω]] | |rueltext=[[ὁράω]], [[ἀραρίσκω]], [[συγκροτέω]], [[προκατασκευάζω]], [[προεργάζομαι]], [[προφυράω]], [[προπαρασκευάζω]], [[προδιοικέω]], [[προγυμνάζω]], [[προφυτεύω]], [[προσυπεργάζομαι]], [[διασκευάζω]], [[παρετοιμάζω]], [[ἑτοιμάζω]], [[προοδοποιέω]], [[ἀρτίζω]], [[προτελέω]], [[συναρμόζω]], [[συντάσσω]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 09:30, 15 October 2019
Russian > Greek
ὁράω, ἀραρίσκω, συγκροτέω, προκατασκευάζω, προεργάζομαι, προφυράω, προπαρασκευάζω, προδιοικέω, προγυμνάζω, προφυτεύω, προσυπεργάζομαι, διασκευάζω, παρετοιμάζω, ἑτοιμάζω, προοδοποιέω, ἀρτίζω, προτελέω, συναρμόζω, συντάσσω