ἀντίφραγμα: Difference between revisions
From LSJ
καὶ λέγων ὅτι Πεπλήρωται ὁ καιρὸς καὶ ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ· μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ → declaring “The time has been accomplished and the kingdom of God is near: start repenting and believing in the gospel!” (Μark 1:15)
(1) |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=antifragma | |Transliteration C=antifragma | ||
|Beta Code=a)nti/fragma | |Beta Code=a)nti/fragma | ||
|Definition=ατος, τό, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> | |Definition=ατος, τό, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> [[counter-fence]], [[bulwark]], πρός τι Plu.2.558d.</span> | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 18:45, 1 July 2020
English (LSJ)
ατος, τό,
A counter-fence, bulwark, πρός τι Plu.2.558d.
German (Pape)
[Seite 263] τό, Gegenbollwerk, Plut. S. N. V. 18.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντίφραγμα: τό, φραγμὸς ἐναντίον τινός, πρόχωμα, ταῦτα μὲν ὥςπερ ἀντιφράγματά σοι κείσθω πρὸς τοὺς … κατηγορικοὺς ἐκείνους Πλούτ. 2. 558D.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
baluarte πρὸς τοὺς ἄγαν πικροὺς ... ἐκείνους Plu.2.558d.
Greek Monolingual
ἀντίφραγμα, το (Α)
οχύρωμα, πρόχωμα.
Russian (Dvoretsky)
ἀντίφραγμα: ατος τό преграда (πρός τινα или τι Plut.).