σπούδαξ: Difference between revisions

From LSJ

αἰτήσεις ἀκοὐεις σῶν ἱκετῶν· ταχἐως συνδραμεῖς ἀναπαὐων εὐεργετῶν· ἰάματα παρἐχεις, Ἱερἀρχα, τῇ πρὀς Θεὀν παρρησἰᾳ κοσμοὐμενος → You hear the prayers of your suppliants; quickly you come to their assistance, bringing relief and benefits; you provide the remedies, Archbishop, since you are endowed with free access to God.

Source
(38)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=spoydaks
|Transliteration C=spoydaks
|Beta Code=spou/dac
|Beta Code=spou/dac
|Definition=<b class="b3">ἀλετρίβανος</b>, Hsch.
|Definition=[[ἀλετρίβανος]], Hsch.
}}
}}
{{ls
{{ls

Revision as of 19:20, 7 July 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σπούδαξ Medium diacritics: σπούδαξ Low diacritics: σπούδαξ Capitals: ΣΠΟΥΔΑΞ
Transliteration A: spoúdax Transliteration B: spoudax Transliteration C: spoydaks Beta Code: spou/dac

English (LSJ)

ἀλετρίβανος, Hsch.

Greek (Liddell-Scott)

σπούδαξ: «ἀλεκτρίβανος» Ἡσύχ.

Greek Monolingual

Α
(κατά τον Ησύχ.) «ἀλετρίβανος».
[ΕΤΥΜΟΛ. Διαλεκτικός εκφραστικός τ. < σπουδή + επίθημα -αξ (πρβλ. αὖλ-αξ). Η σημ. του τ. «γουδί», αν δεν είναι μτφ., θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι ανταποκρίνεται στη σημ. της ρίζας του ρ. σπεύδω «πιέζω, συνθλίβω» (βλ. σπεύδω)].