Ορφεύς: Difference between revisions

From LSJ

Ὥσπερ αὐτοῦ τοῦ ἡλίου μὴ ὄντος καυστικοῦ, ἀλλ' οὔσης ζωτικῆς καὶ ζωοποιοῦ θέρμης ἐν αὐτῷ καὶ ἀπλήκτου, ὁ ἀὴρ παθητικῶς δέχεται τὸ ἀπ' αὐτοῦ ϕῶς καὶ καυστικῶς· οὕτως οὖν ἁρμονίας οὔσης ἐν αὐτοῖς τινὸς καὶ ἑτέρου εἴδους ϕωνῆς ἡμεῖς παθητικῶς ἀκούομεν → Just as although the Sun itself does not cause burning but has a heat in it that is life-giving, life-engendering, and mild, the air receives light from it by being affected and burned, so also although there is a certain harmony and a different kind of voice in them, we hear it by being affected.

Source
(29)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο (Α Ὀρφεύς, -έως, δωρ. τ. Ὄρφης)<br />[[μορφή]] της ελληνικής μυθολογίας φορτισμένη με συμβολικά στοιχεία και με γνωρίσματα ήρωα, ημιθέου και θεού, ιδρυτή μυστηριακών τελετών και ιερέα, [[περίφημος]] [[αοιδός]], [[μουσικός]] και [[ποιητής]], [[γιος]] του Απόλλωνος ή του θρακικού ποταμού Οιάγρου, και της μούσας Καλλιόπης, ο [[οποίος]] έλαβε [[μέρος]] στην αργοναυτική [[εκστρατεία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Πρόκειται πιθ. για μυθικό όν. προελληνικής προελευσης. Κατ' [[άλλη]] [[άποψη]], η λ. αποτελεί παρ. του <i>orbho</i>- (<b>πρβλ.</b> [[ὀρφανός]]), λόγω του ότι ο [[Ορφεύς]] είχε στερηθεί τη σύζυγό του].
|mltxt=ο (Α Ὀρφεύς, -έως, δωρ. τ. Ὄρφης)<br />[[μορφή]] της ελληνικής μυθολογίας φορτισμένη με συμβολικά στοιχεία και με γνωρίσματα ήρωα, ημιθέου και θεού, ιδρυτή μυστηριακών τελετών και ιερέα, [[περίφημος]] [[αοιδός]], [[μουσικός]] και [[ποιητής]], [[γιος]] του Απόλλωνος ή του θρακικού ποταμού Οιάγρου, και της μούσας Καλλιόπης, ο [[οποίος]] έλαβε [[μέρος]] στην αργοναυτική [[εκστρατεία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Πρόκειται πιθ. για μυθικό όν. προελληνικής προελευσης. Κατ' [[άλλη]] [[άποψη]], η λ. αποτελεί παρ. του <i>orbho</i>- (<b>πρβλ.</b> [[ὀρφανός]]), λόγω του ότι ο [[Ορφεύς]] είχε στερηθεί τη σύζυγό του].
}}
}}

Revision as of 21:35, 29 December 2020

Greek Monolingual

ο (Α Ὀρφεύς, -έως, δωρ. τ. Ὄρφης)
μορφή της ελληνικής μυθολογίας φορτισμένη με συμβολικά στοιχεία και με γνωρίσματα ήρωα, ημιθέου και θεού, ιδρυτή μυστηριακών τελετών και ιερέα, περίφημος αοιδός, μουσικός και ποιητής, γιος του Απόλλωνος ή του θρακικού ποταμού Οιάγρου, και της μούσας Καλλιόπης, ο οποίος έλαβε μέρος στην αργοναυτική εκστρατεία.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Άγνωστης ετυμολ. Πρόκειται πιθ. για μυθικό όν. προελληνικής προελευσης. Κατ' άλλη άποψη, η λ. αποτελεί παρ. του orbho- (πρβλ. ὀρφανός), λόγω του ότι ο Ορφεύς είχε στερηθεί τη σύζυγό του].