Σχερία: Difference between revisions
Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας, καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος → Christ is risen from the dead, trampling down death by death, and upon those in the tombs bestowing life
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1") |
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ") |
||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=και επικ. τ. Σχερίη, ἡ, Α<br />η [[χώρα]] τών Φαιάκων, η οποία ταυτίζεται με την [[Κέρκυρα]].<br />[<b><span style="color: brown;"> | |mltxt=και επικ. τ. Σχερίη, ἡ, Α<br />η [[χώρα]] τών Φαιάκων, η οποία ταυτίζεται με την [[Κέρκυρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> Βλ. λ. [[σχερός]]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |
Revision as of 21:50, 29 December 2020
English (LSJ)
Ep. Σχερίη, ἡ, Scheria, the country of the Phaeacians, Od.5.34, al.: identified with the island later called Κέρκυρα by Str.7.3.6.
Greek (Liddell-Scott)
Σχερία: ἡ, ἡ νῆσος τῶν Φαιάκων, Ὀδ.· ὑποτίθεται ὅτι εἶναι ἡ μετὰ ταῦτα κληθεῖσα Κέρκυρα, Corcyra, «Κορφοὶ» (Corfu), ἴδε Στράβ. 44, 299, ἴδε τὸ ἑπόμ.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
Schérie, île des Phéaciens, identifiée par les Anciens à Κέρκυρα.
Étymologie: σχερός.
Greek Monolingual
και επικ. τ. Σχερίη, ἡ, Α
η χώρα τών Φαιάκων, η οποία ταυτίζεται με την Κέρκυρα.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Βλ. λ. σχερός.
Greek Monotonic
Σχερία: ἡ, ομηρικό νησί των Φαιάκων, πιθ. η Κέρκυρα, σε Ομήρ. Οδ.
Russian (Dvoretsky)
Σχερία: эп. Σχερίη ἡ (впосл. Κέρκυρα) Схерия (остров феаков) Hom., Thuc.
Middle Liddell
Σχερία, ἡ,
Scheria, the island of the Phaeacians, Od.: supposed to be the same as Corcyra, Corfu.