αγνωμοσύνη: Difference between revisions

From LSJ

ἐμοῦ θανόντος γαῖα μιχθήτω πυρί → after me let earth mix with fire | after my death let all hell break loose | after me, the deluge

Source
(1)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Α [[ἀγνωμοσύνη]])<br /><b>νεοελλ.</b><br />η μη [[εκδήλωση]] ευγνωμοσύνης, ευχαριστίας κάποιου [[προς]] τον ευεργέτη του, [[αχαριστία]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[έλλειψη]] γνώσης, ενημερότητας σχετικά με [[κάτι]]<br /><b>2.</b> [[έλλειψη]] φρονήσεως, [[απερισκεψία]]<br /><b>3.</b> ανόητη [[υπερηφάνεια]], [[υπεροψία]], [[αλαζονεία]]<br /><b>4.</b> [[έλλειψη]] αγαθών αισθημάτων, [[τραχύτητα]], [[σκληρότητα]]<br /><b>5.</b> [[παρανόηση]], [[παρεξήγηση]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἀγνώμων]] <span style="color: red;">+</span> παραγ. [[κατάληξη]] -<i>σύνη</i>].
|mltxt=η (Α [[ἀγνωμοσύνη]])<br /><b>νεοελλ.</b><br />η μη [[εκδήλωση]] ευγνωμοσύνης, ευχαριστίας κάποιου [[προς]] τον ευεργέτη του, [[αχαριστία]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[έλλειψη]] γνώσης, ενημερότητας σχετικά με [[κάτι]]<br /><b>2.</b> [[έλλειψη]] φρονήσεως, [[απερισκεψία]]<br /><b>3.</b> ανόητη [[υπερηφάνεια]], [[υπεροψία]], [[αλαζονεία]]<br /><b>4.</b> [[έλλειψη]] αγαθών αισθημάτων, [[τραχύτητα]], [[σκληρότητα]]<br /><b>5.</b> [[παρανόηση]], [[παρεξήγηση]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἀγνώμων]] <span style="color: red;">+</span> παραγ. [[κατάληξη]] -<i>σύνη</i>].
}}
}}

Latest revision as of 22:15, 29 December 2020

Greek Monolingual

η (Α ἀγνωμοσύνη)
νεοελλ.
η μη εκδήλωση ευγνωμοσύνης, ευχαριστίας κάποιου προς τον ευεργέτη του, αχαριστία
αρχ.
1. έλλειψη γνώσης, ενημερότητας σχετικά με κάτι
2. έλλειψη φρονήσεως, απερισκεψία
3. ανόητη υπερηφάνεια, υπεροψία, αλαζονεία
4. έλλειψη αγαθών αισθημάτων, τραχύτητα, σκληρότητα
5. παρανόηση, παρεξήγηση.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀγνώμων + παραγ. κατάληξη -σύνη].