μαγίς: Difference between revisions
Βουλῆς γὰρ ὀρθῆς οὐδὲν ἀσφαλέστερον → Nam tutior res nulla consilio bono → Denn nichts führt weniger irre als ein guter Rat
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([\p{Cyrillic}]+)(\.) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2$3 $4 $5") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 9: | Line 9: | ||
|Beta Code=magi/s | |Beta Code=magi/s | ||
|Definition=ίδος, ἡ, ([[μάσσω]])<br><span class="bld">A</span> any [[knead]]ed [[mass]], [[cake]], LXX Jd.7.13; [[lump]] of fat, Dsc.2.76; esp. [[cake]] offered to [[Hecate]] and [[Trophonius]], S. Fr.734, Ar.Fr.813; Cypr. acc. to Ath.14.663b; described as a small [[cheese pudding]], Hp.Mul.2.133, cf. Steril.235.<br><span class="bld">II</span> [[kneading trough]] or kneading [[dresser]], Cratin.21, BGU40.8 (ii/iii A. D.), cf. Poll.10.81; [[small table]], Epich.118, Cerc.12; also, [[round pan]] or [[round plate]] for placing on the [[τρίπους]], Poll.6.83.<br><span class="bld">III</span> μαγίδες· αἷς ἀπομάττουσι καὶ καθαίρουσι, Hsch. | |Definition=ίδος, ἡ, ([[μάσσω]])<br><span class="bld">A</span> any [[knead]]ed [[mass]], [[cake]], LXX Jd.7.13; [[lump]] of fat, Dsc.2.76; esp. [[cake]] offered to [[Hecate]] and [[Trophonius]], S. Fr.734, Ar.Fr.813; Cypr. acc. to Ath.14.663b; described as a small [[cheese pudding]], Hp.Mul.2.133, cf. Steril.235.<br><span class="bld">II</span> [[kneading trough]] or kneading [[dresser]], Cratin.21, BGU40.8 (ii/iii A. D.), cf. Poll.10.81; [[small table]], Epich.118, Cerc.12; also, [[round pan]] or [[round plate]] for placing on the [[τρίπους]], Poll.6.83.<br><span class="bld">III</span> μαγίδες· αἷς ἀπομάττουσι καὶ καθαίρουσι, Hsch. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ίδος (ἡ) :<br /><b>I.</b> pâte pétrie :<br /><b>1</b> sorte de pain;<br /><b>2</b> pain au miel qu’on offrait à Trophonios ou à Hécate;<br /><b>II.</b> <i>p. anal.</i> <b>1</b> table;<br /><b>2</b> plateau de balance.<br />'''Étymologie:''' [[μάσσω]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μᾰγίς''': -ίδος, ἡ, ([[μάσσω]]) «ζυμαρικόν», [[πλακούντιον]], Λατ. offa, ἰδίως τὸ εἰς τὴν Ἑκάτην καὶ τὸν Τροφώνιον προσφερόμενον [[πλακούντιον]], Σοφ. Ἀποσπ. 651, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 644, Ἀθήν. 663C· περιγραφόμενον ὡς ζυμαρικὸν μετὰ τυροῦ, Ἱππ. 652. 14, πρβλ. 685. 15. - Καθ’ Ἡσύχ.: «μαγίδες· αἷς ἀπομάττουσι καὶ καθαίρουσι. καὶ μᾶζαι, ἃς καταφέρουσιν οἱ εἰς Τροφωνίου κατιόντες». ΙΙ. τὸ [[ἀγγεῖον]] ἐν ᾧ ἔματτον, [[μάκτρα]], [[σκάφη]], Κρατῖν. ἐν Βουσίριδι» 1, πρβλ. Πολυδ. Ι΄, 81· - [[ὡσαύτως]] [[τράπεζα]] τιθεμένη ἐπὶ τοῦ τρίποδος, Πολυδ. ϛʹ, 83. | |lstext='''μᾰγίς''': -ίδος, ἡ, ([[μάσσω]]) «ζυμαρικόν», [[πλακούντιον]], Λατ. offa, ἰδίως τὸ εἰς τὴν Ἑκάτην καὶ τὸν Τροφώνιον προσφερόμενον [[πλακούντιον]], Σοφ. Ἀποσπ. 651, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 644, Ἀθήν. 663C· περιγραφόμενον ὡς ζυμαρικὸν μετὰ τυροῦ, Ἱππ. 652. 14, πρβλ. 685. 15. - Καθ’ Ἡσύχ.: «μαγίδες· αἷς ἀπομάττουσι καὶ καθαίρουσι. καὶ μᾶζαι, ἃς καταφέρουσιν οἱ εἰς Τροφωνίου κατιόντες». ΙΙ. τὸ [[ἀγγεῖον]] ἐν ᾧ ἔματτον, [[μάκτρα]], [[σκάφη]], Κρατῖν. ἐν Βουσίριδι» 1, πρβλ. Πολυδ. Ι΄, 81· - [[ὡσαύτως]] [[τράπεζα]] τιθεμένη ἐπὶ τοῦ τρίποδος, Πολυδ. ϛʹ, 83. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |
Revision as of 21:55, 1 October 2022
English (LSJ)
ίδος, ἡ, (μάσσω)
A any kneaded mass, cake, LXX Jd.7.13; lump of fat, Dsc.2.76; esp. cake offered to Hecate and Trophonius, S. Fr.734, Ar.Fr.813; Cypr. acc. to Ath.14.663b; described as a small cheese pudding, Hp.Mul.2.133, cf. Steril.235.
II kneading trough or kneading dresser, Cratin.21, BGU40.8 (ii/iii A. D.), cf. Poll.10.81; small table, Epich.118, Cerc.12; also, round pan or round plate for placing on the τρίπους, Poll.6.83.
III μαγίδες· αἷς ἀπομάττουσι καὶ καθαίρουσι, Hsch.
French (Bailly abrégé)
ίδος (ἡ) :
I. pâte pétrie :
1 sorte de pain;
2 pain au miel qu’on offrait à Trophonios ou à Hécate;
II. p. anal. 1 table;
2 plateau de balance.
Étymologie: μάσσω.
Greek (Liddell-Scott)
μᾰγίς: -ίδος, ἡ, (μάσσω) «ζυμαρικόν», πλακούντιον, Λατ. offa, ἰδίως τὸ εἰς τὴν Ἑκάτην καὶ τὸν Τροφώνιον προσφερόμενον πλακούντιον, Σοφ. Ἀποσπ. 651, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 644, Ἀθήν. 663C· περιγραφόμενον ὡς ζυμαρικὸν μετὰ τυροῦ, Ἱππ. 652. 14, πρβλ. 685. 15. - Καθ’ Ἡσύχ.: «μαγίδες· αἷς ἀπομάττουσι καὶ καθαίρουσι. καὶ μᾶζαι, ἃς καταφέρουσιν οἱ εἰς Τροφωνίου κατιόντες». ΙΙ. τὸ ἀγγεῖον ἐν ᾧ ἔματτον, μάκτρα, σκάφη, Κρατῖν. ἐν Βουσίριδι» 1, πρβλ. Πολυδ. Ι΄, 81· - ὡσαύτως τράπεζα τιθεμένη ἐπὶ τοῦ τρίποδος, Πολυδ. ϛʹ, 83.
Greek Monolingual
μαγίς, -ίδος, ἡ (Α)
1. πλακούντας, πίτα, ιδίως μικρή πίτα που περιείχε τυρί και προσφερόταν στην Εκάτη και στον Τροφώνιο («ἀπὸ τοῦ μάττειν, ἀφ' οὗ καὶ ἡ μᾱζα αὐτὴ ὠνομάσθη καὶ ἡ παρὰ Κυπρίοις καλουμένη μαγίς», Αθήν.)
2. άρτος ή γλύκισμα από αλεύρι
3. σκάφη ζυμώματος
4. μικρό τραπέζι
5. τραπέζι που τοποθετούσαν πάνω σε τρίποδο
6. (κατά τον Ησύχ.) α) «μαγίδες
αἷς ἀπομάττουσι καὶ καθαίρουσι»
β) «παλαθίς, ἄρτος» γ. «μάχαιρα».
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. μαγ- (πρβλ. ἐ-μάγ-ην, παθ. αόρ. του μάσσω «ζυμώνω, μαλάσσω») + επίθημα -ίς (πρβλ. πινακίς, πλακίς)].
Russian (Dvoretsky)
μᾰγίς: ίδος (ῐδ) ἡ
1) культ. жертвенный пирог (приносившийся преимущ. Гекате) Arph.;
2) культ. стол (αἱ Ἑκαταῖαι μαγίδες Soph.).