ἀνταποδείκνυμι: Difference between revisions

From LSJ

πικρὸν με ἀπαιτεῖς ἐνοίκιον → you ask too much of me, you demand a bitter rent from me

Source
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 15: Line 15:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0244.png Seite 244]] (s. [[δείκνυμι]]), dagegen zeigen, beweisen, Xen. Symp. 2, 22; Arist. rhet. 2, 26.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0244.png Seite 244]] (s. [[δείκνυμι]]), dagegen zeigen, beweisen, Xen. Symp. 2, 22; Arist. rhet. 2, 26.
}}
{{bailly
|btext=<i>ao.</i> ἀνταπέδειξα;<br />démontrer à son tour.<br />'''Étymologie:''' [[ἀντί]], [[ἀποδείκνυμι]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνταποδείκνυμι''': ἢ -ύω: μέλλ. -δείξω: ἀποδεικνύω καὶ ἐγὼ ἐν τῷ μέρει, Ξεν. Συμπ. 2. 22, Ἀριστ. Ρήτ. 2. 26, 3. 2) [[διορίζω]] [[ἀντί]] τινος, τὸν υἱὸν [[αὐτοῦ]] ἀνταπέδειξεν, διώρισεν ἀντ’ ἐκείνου, Δίων Κ. 49. 43.
|lstext='''ἀνταποδείκνυμι''': ἢ -ύω: μέλλ. -δείξω: ἀποδεικνύω καὶ ἐγὼ ἐν τῷ μέρει, Ξεν. Συμπ. 2. 22, Ἀριστ. Ρήτ. 2. 26, 3. 2) [[διορίζω]] [[ἀντί]] τινος, τὸν υἱὸν [[αὐτοῦ]] ἀνταπέδειξεν, διώρισεν ἀντ’ ἐκείνου, Δίων Κ. 49. 43.
}}
{{bailly
|btext=<i>ao.</i> ἀνταπέδειξα;<br />démontrer à son tour.<br />'''Étymologie:''' [[ἀντί]], [[ἀποδείκνυμι]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm

Revision as of 12:30, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνταποδείκνῡμι Medium diacritics: ἀνταποδείκνυμι Low diacritics: ανταποδείκνυμι Capitals: ΑΝΤΑΠΟΔΕΙΚΝΥΜΙ
Transliteration A: antapodeíknymi Transliteration B: antapodeiknymi Transliteration C: antapodeiknymi Beta Code: a)ntapodei/knumi

English (LSJ)

or ἀνταποδεικνύω, A prove in return or answer, X.Smp.2.22; τὸ ἀντικείμενον Arist.Rh.1403a27. 2 appoint instead, D.C.49.43.

Spanish (DGE)

1 mostrar a su vez ἀνταπέδειξεν ὅ τι κινοίη τοῦ σώματος ἅπαν τῆς φύσεως γελοιότερον X.Smp.2.22, τὸν υἱὸν αὐτοῦ D.C.49.43.7.
2 probar, demostrar τὸ ἀντικείμενον la proposición contraria Arist.Rh.1403a27.

German (Pape)

[Seite 244] (s. δείκνυμι), dagegen zeigen, beweisen, Xen. Symp. 2, 22; Arist. rhet. 2, 26.

French (Bailly abrégé)

ao. ἀνταπέδειξα;
démontrer à son tour.
Étymologie: ἀντί, ἀποδείκνυμι.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνταποδείκνυμι: ἢ -ύω: μέλλ. -δείξω: ἀποδεικνύω καὶ ἐγὼ ἐν τῷ μέρει, Ξεν. Συμπ. 2. 22, Ἀριστ. Ρήτ. 2. 26, 3. 2) διορίζω ἀντί τινος, τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἀνταπέδειξεν, διώρισεν ἀντ’ ἐκείνου, Δίων Κ. 49. 43.

Greek Monotonic

ἀνταποδείκνῡμι: ή -ύω, μέλ. -δείξω, αποδεικνύω με τη σειρά μου ή απαντώ, σε Ξεν.

Middle Liddell


to prove in return or answer, Xen.