συνεκδρομή: Difference between revisions

From LSJ

καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1012.png Seite 1012]] ἡ, gemeinschaftliches Auslaufen, gemeinschaftlicher Ausfall u. Angriff, Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1012.png Seite 1012]] ἡ, gemeinschaftliches Auslaufen, gemeinschaftlicher Ausfall u. Angriff, Sp.
}}
{{elru
|elrutext='''συνεκδρομή:''' ἡ грам. отклонение по аналогии, аналогическая неправильность.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 18: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=ἡ, ΜΑ<br /><b>1.</b> η από κοινού [[εξόρμηση]], [[έφοδος]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> (για λέξεις) [[αναλογία]], [[ομοιότητα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἐκδρομή]] «[[εξόρμηση]], [[μετάβαση]]». Η λ. αποτελεί εκφραστικό της ρημ. ενέργειας του ρ. [[συνεκτρέχω]].
|mltxt=ἡ, ΜΑ<br /><b>1.</b> η από κοινού [[εξόρμηση]], [[έφοδος]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> (για λέξεις) [[αναλογία]], [[ομοιότητα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἐκδρομή]] «[[εξόρμηση]], [[μετάβαση]]». Η λ. αποτελεί εκφραστικό της ρημ. ενέργειας του ρ. [[συνεκτρέχω]].
}}
{{elru
|elrutext='''συνεκδρομή:''' ἡ грам. отклонение по аналогии, аналогическая неправильность.
}}
}}

Revision as of 15:50, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνεκδρομή Medium diacritics: συνεκδρομή Low diacritics: συνεκδρομή Capitals: ΣΥΝΕΚΔΡΟΜΗ
Transliteration A: synekdromḗ Transliteration B: synekdromē Transliteration C: synekdromi Beta Code: sunekdromh/

English (LSJ)

ἡ, running out together: metaph., following the same rule, analogy, A.D.Adv.142.9, Synt. 49.14, Simp. in Ph.274.25, Eust.341.22, EM66.52.

German (Pape)

[Seite 1012] ἡ, gemeinschaftliches Auslaufen, gemeinschaftlicher Ausfall u. Angriff, Sp.

Russian (Dvoretsky)

συνεκδρομή: ἡ грам. отклонение по аналогии, аналогическая неправильность.

Greek (Liddell-Scott)

συνεκδρομή: ἡ, τὸ συνεκτρέχειν μεταφ., ὁ κατ’ ἀναλογίαν ἄλλης λέξεως σχηματισμός, Α. Β. 552, Εὐστ. 431. 23, Ἐτυμ. Μέγ. 66, 50-2., 44, 16· ἴδε ἀκαμαντοχάρμας.

Greek Monolingual

ἡ, ΜΑ
1. η από κοινού εξόρμηση, έφοδος
2. μτφ. (για λέξεις) αναλογία, ομοιότητα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + ἐκδρομή «εξόρμηση, μετάβαση». Η λ. αποτελεί εκφραστικό της ρημ. ενέργειας του ρ. συνεκτρέχω.