ἐπισύνθεσις: Difference between revisions

From LSJ

εἰ ἔρρωσαι καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις ἀλύπως ἀπαλλάσσεις → if you are well and in other respects are getting on without annoyance

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''' εως ἡ) ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z\(])" to "$1 $2, $3 $4")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0987.png Seite 987]] ἡ, das Zusammensetzen u. Hinzufügen, ἡ πρὸς ἄλληλα Longin. subl. 10, a. Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0987.png Seite 987]] ἡ, das Zusammensetzen u. Hinzufügen, ἡ πρὸς ἄλληλα Longin. subl. 10, a. Sp.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐπισύνθεσις:''' εως ἡ [[присоединение]], [[сложение]] (πλειόνων Sext.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 18: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐπισύνθεσις]], ἡ (Α)<br /><b>1.</b> [[σύνδεση]], [[συναρμογή]]<br /><b>2.</b> [[σύνθεση]] στίχου από δύο κώλα διαφορετικού ρυθμού.
|mltxt=[[ἐπισύνθεσις]], ἡ (Α)<br /><b>1.</b> [[σύνδεση]], [[συναρμογή]]<br /><b>2.</b> [[σύνθεση]] στίχου από δύο κώλα διαφορετικού ρυθμού.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐπισύνθεσις:''' εως ἡ [[присоединение]], [[сложение]] (πλειόνων Sext.).
}}
}}

Revision as of 19:50, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπισύνθεσις Medium diacritics: ἐπισύνθεσις Low diacritics: επισύνθεσις Capitals: ΕΠΙΣΥΝΘΕΣΙΣ
Transliteration A: episýnthesis Transliteration B: episynthesis Transliteration C: episynthesis Beta Code: e)pisu/nqesis

English (LSJ)

εως, ἡ, addition, Vett.Val.280.13, Herm.in Phdr.p.107 A.; combination,S.E.M.1.22; τῶν μελῶν Longin.40.1; complexity, Marcellin.Puls.464.

German (Pape)

[Seite 987] ἡ, das Zusammensetzen u. Hinzufügen, ἡ πρὸς ἄλληλα Longin. subl. 10, a. Sp.

Russian (Dvoretsky)

ἐπισύνθεσις: εως ἡ присоединение, сложение (πλειόνων Sext.).

Greek (Liddell-Scott)

ἐπισύνθεσις: -εως, ἡ, περαιτέρω σύνθεσιςσύνδεσις, συναρμογή, Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 1. 22· ἡ πρὸς ἄλληλα ἐπ. Λογγῖν. 40. 1

Greek Monolingual

ἐπισύνθεσις, ἡ (Α)
1. σύνδεση, συναρμογή
2. σύνθεση στίχου από δύο κώλα διαφορετικού ρυθμού.