ἀστραφής: Difference between revisions
ὄλβιος ὅστις ἱστορίης ἔσχεν μάθησιν → happy the man who has gained knowledge through inquiry (Εuripides, fr. 910)
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (Text replacement - "εῑς" to "εῖς") |
||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἀστραφής]], -ές (Α) [[στρέφω]]<br /><b>1.</b> [[αμετακίνητος]], [[ακλόνητος]]<br /><b>2.</b> [[εκείνος]] από τον οποίο δεν υπάρχει [[δρόμος]] επιστροφής ( | |mltxt=[[ἀστραφής]], -ές (Α) [[στρέφω]]<br /><b>1.</b> [[αμετακίνητος]], [[ακλόνητος]]<br /><b>2.</b> [[εκείνος]] από τον οποίο δεν υπάρχει [[δρόμος]] επιστροφής («ἀστραφεῖς πύλαι»). | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀστρᾰφής:''' -ές ([[στρέφω]]), = το επόμ., σε Σοφ. | |lsmtext='''ἀστρᾰφής:''' -ές ([[στρέφω]]), = το επόμ., σε Σοφ. | ||
}} | }} |
Revision as of 09:20, 13 October 2022
English (LSJ)
ές, A = ἄστρεπτος 1.2, S.Fr.418; fixed, immovable, IG2.1054f20. II = ἄστρεπτος II, πύλαι Epic. ap. Aristid.Or.49(25).4.
Spanish (DGE)
-ές
• Morfología: [dat. ép. ἀστραφέεσσι Aristid.Or.49.4 (= GDRK S 2)]
1 rígido, que no se dobla s. cont., S.Fr.418, ἐμπόλια IG 22.1675.21 (IV a.C.).
2 que ya no puede girar ἀστραφέεσσι πύλῃσιν ἐπ' αὐτῇσιν de las puertas del Hades que no giran sobre sus goznes para volverse a abrir Aristid.l.c.
German (Pape)
[Seite 377] ές, = folgdm, Soph. frg. 367 bei Hesych., = σκληρός.
Greek (Liddell-Scott)
ἀστρᾰφής: ές = τῷ ἑπομ., ἐν σημασίᾳ Ι. 3, Σοφ. Ἀποσπ. 367: ― ὡσαύτως ἐν σημασίᾳ ΙΙ, πύλαι Ἀριστείδ. 1. 310· παρ’ Ἡσυχ. καὶ ἀστρεφής, ές (ἀστραφής, ές, Schmidt).
Greek Monolingual
ἀστραφής, -ές (Α) στρέφω
1. αμετακίνητος, ακλόνητος
2. εκείνος από τον οποίο δεν υπάρχει δρόμος επιστροφής («ἀστραφεῖς πύλαι»).
Greek Monotonic
ἀστρᾰφής: -ές (στρέφω), = το επόμ., σε Σοφ.